Οι τρεις φόβοι προσαρμογής – ο φόβος για το άγνωστο, ο φόβος απώλειας της αγάπης και ο φόβος της γελοιοποίησης – ανήκουν στο προσαρμοσμένο παιδί μέσα μας. Αυτοί οι φόβοι ενεργοποιούν την υπνωτιστική έκσταση που εμφανίζεται πιο συχνά μπροστά στους γονείς ή στα γονικά υποκατάστατα.
Αυτή η υπνωτιστική έκσταση μολύνει επίσης τις ερωτικές σχέσεις. Η ζήλια, ο φόβος απώλειας του άλλου, ο φόβος να μην είναι κάποιος αρκετά καλός, αρκετά όμορφος…δεν είναι παρά όψεις αυτών των τριών αρχικών φόβων.
Ο Γιάννης, ένας άντρας περίπου πενήντα χρόνων, υποφέρει από τότε που πήρε διαζύγιο: «Από τότε που χώρισα, έχω μόνο αποτυχημένες, απογοητευτικές σχέσεις. Δεν έχω κουράγιο να ψάξω. Φοβάμαι ότι θα με προδώσουν και πάλι. Η γυναίκα μου έφυγε ξαφνικά με έναν άλλον άντρα. Ήταν κάτι απρόσμενο.
Ήταν ένα σοκ, κατέρρευσε η ζωή μου. Τώρα, δεν καταφέρνω να απαλλαγώ από τον φόβο μου να ξαναζήσω τα ίδια».
Κατά τη διάρκεια μιας ομαδικής άσκησης, προτρέπουμε τον Γιάννη να διεισδύσει στο φόβο του. Αναδύεται όμως ένα άλλο συναίσθημα: η θλίψη.
Με δάκρυα στα μάτια, λέει ότι δεν αισθάνεται άξιος να τον αγαπούν. Η φωνή του αλλάζει. Είναι η φωνή ενός παιδιού. Ο Γιάννης δεν φαίνεται να συνειδητοποιεί ότι ζει μα υπνωτιστική έκσταση προβολής στο μέλλον (φαντάζεται για το μέλλον του επαναλαμβανόμενες ερωτικές προδοσίες) μαζί με μια παλινδρομική υπνωτιστική έκσταση (επανεμφανίζονται η θλίψη και παλιοί φόβοι).
Ξαναπαίρνει τον λόγο και εκμυστηρεύεται μια οδυνηρή ανάμνηση: «Όταν ήμουν πέντε χρόνων, είδα τη μητέρα μου να φεύγει από το σπίτι. Μας εγκατέλειψε, τον πατέρα μου και εμένα. Ήταν ερωτευμένη με έναν άλλον άντρα και δεν ήθελε να της δυσκολέψει τη ζωή ένα παιδί». Τώρα η φωνή του προδίδει θυμό.
Εξηγεί πώς το μικρό αγόρι που ήταν, σφυρηλατήθηκε μέσα από την απουσία της μητέρας του: «Στο σχολείο, έκανα τον σκληρό και ήμουν πάντα ο αρχηγός».
Η προσωπικότητά του δομήθηκε έτσι ώστε να κρατά μακριά τον πόνο, να αποφεύγει την επανάληψη της εγκατάλειψης.
Όντας ηγέτης, χρησιμοποιούσε όλα τα μέσα ώστε να τον αποδέχονται, να τον σέβονται, ακόμη και να τον φοβούνται.
Ο Γιάννης βγήκε από την υπνωτιστική του έκσταση όταν μπόρεσε να αναγνωρίσει ότι ένα μεγάλο μέρος από αυτά που ένιωθε ανήκε στο παρελθόν του.
Με την ενσωμάτωση της εσωτερικής αλήθειας (αυτή την αλήθεια του, μέχρι τώρα, εξόριστου παιδιού) «όταν ήμουν πέντε χρόνων, αισθάνθηκα προδομένος από τη μητέρα μου», μπόρεσε να ξεχωρίσει το παρελθόν από το παρόν και το μέλλον.
Αυτή η νέα αντίληψη του επέτρεψε να ζήσει μια άλλη ιστορία αγάπης.
Απόσπασμα από το βιβλίο των Marie-France & Emmanuel Ballet de Coquereaumont «Νίκησε τον φόβο» από τιε εκδόσεις Πεδίο