Γράφει ο Υπάτιος Βαρελάς, Προπονητής Ζωής (Life Coach)
Τι κάνουμε όταν συμβαίνει κάτι έκτακτο που μας επηρεάζει; Αντιδρούμε ή ανταποκρινόμαστε; Ποια είναι η διαφορά; Και τι μπορούμε να κάνουμε για να έχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα;
Ας δούμε ένα πραγματικό περιστατικό. Αφορά μία οικογένεια με δύο παιδιά, ένα κορίτσι 6 ετών και ένα κορίτσι 11 ετών.
Είναι μεσημέρι Σαββάτου μετά το φαγητό. Ο πατέρας κάνει κάτι στον υπολογιστή, η μητέρα ξεκουράζεται στην κρεβατοκάμαρα, η μεγάλη κόρη διαβάζει στο δωμάτιο των παιδιών και η μικρή κόρη παίζει σε άλλο δωμάτιο. Ξαφνικά, η μικρή κόρη ξεσπάει σε γοερό κλάμα. Η μεγάλη κόρη, μάλλον ενοχλημένη ήδη, πάει να δει τι γίνεται, τη ρωτάει τι έπαθε και εισπράττει μία γκριμάτσα και ένα «άσε με» από τη μικρή, παρεξηγιέται και επιστρέφει στο δωμάτιο θυμωμένη. Ο πατέρας ρωτάει, από εκεί που είναι, τη μεγάλη κόρη τι συμβαίνει και εκείνη φωνάζει θυμωμένα ότι δεν ξέρει τι συμβαίνει.
Η μικρή συνεχίζει να κλαίει γοερά, αρχίζοντας να εκνευρίζει τον πατέρα που δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά του, ενώ η μητέρα που προσπαθεί να κοιμηθεί, αρχίζει να φωνάζει από μέσα εκνευρισμένη «τι έγινε πάλι;».
Γρήγορα ο πατέρας ηρεμεί και σκέφτεται ότι πρέπει εκείνος να δώσει μία λύση. Πλησιάζει τη μικρή κόρη στο άλλο δωμάτιο ήρεμα και ρωτώντας της όσο πιο ήρεμα γίνεται μαθαίνει ότι εκείνη κτύπησε με το παιχνίδι της. Της μιλάει ήρεμα, της εξηγεί με πολύ απλά λόγια ότι ο πόνος θα περάσει όπως πάντα και ότι δεν έγινε καμία ζημιά. Η μικρή ηρεμεί λίγο και ο πατέρας τής κάνει αστείες γκριμάτσες και κόλπα που ξέρει ότι της αρέσουν και σε λίγο γελάνε και οι δύο. Όλο αυτό δεν διαρκεί περισσότερο από δύο με τρία λεπτά.
Μετά ο πατέρας πηγαίνει στη μεγάλη κόρη που έχει ακόμα πολύ εκνευρισμό. Τη ρωτάει τι την ενόχλησε τόσο πολύ και εκείνη του εξηγεί ότι η μικρή την «έδιωξε». Ο πατέρας της εξηγεί ήρεμα, γρήγορα και απλά ότι η μικρή πονούσε, εκνευρίστηκε με τον εαυτό της και ήταν αναμενόμενο να αντιδράσει έτσι, κάτι που θα έκανε εύκολα οποιοδήποτε μικρό παιδί, όπως έχει κάνει συχνά και η ίδια η μεγάλη κόρη. Η μεγάλη ηρεμεί γρήγορα.
Μετά ο πατέρας πηγαίνει στην κρεβατοκάμαρα όπου είναι η μητέρα ξαπλωμένη και φανερά ενοχλημένη από τις φωνές. Εκείνος της εξηγεί πολύ ήρεμα και απλά τι ακριβώς έγινε, ότι τώρα όλα είναι εντάξει και το περιστατικό έχει λήξει.
Η μητέρα, υπό την επίδραση της φόρτισης της στιγμής, έχει ήδη μπει σε αρνητικές σκέψεις και τις εκφράζει φωναχτά («πάλι τα ίδια η μικρή», «κάνει σαν τη φίλη της την … την ανάγωγη», κ.λπ.), αυτοσυντηρώντας και ενισχύοντας τον εκνευρισμό της που τώρα έχει γίνει οργή. Ο πατέρας επιμένει ήρεμα ότι όλο αυτό τελείωσε και δεν έχει νόημα να ασχολούνται άλλο. Γρήγορα η μητέρα ηρεμεί.
Δέκα λεπτά μετά από τη στιγμή που η μικρή ξέσπασε σε κλάμα ενοχλώντας όλη την υπόλοιπη οικογένεια, τίποτα πια δεν φανέρωνε το περιστατικό και την ένταση που προηγήθηκε. Και τα δύο κορίτσια μετά από λίγο, που η μεγάλη τελείωσε το διάβασμά της, έπαιξαν μαζί με πολλή χαρά!
Να λοιπόν ποια είναι στην πράξη η διαφορά της αντίδρασης από την ανταπόκριση.
Η μικρή κόρη αντέδρασε στο αυτο-κτύπημα με κλάμα και εκνευρισμό. Η μεγάλη κόρη αντέδρασε στο κλάμα και την απόκρουση από τη μικρή με εκνευρισμό και φωνές. Η μητέρα αντέδρασε στο κλάμα τη μικρής και τις φωνές της μεγάλης κόρης με εκνευρισμό και αρνητικές σκέψεις και δικές της φωνές.
Ο πατέρας όμως; Ο πατέρας πρώτα ηρέμησε και σκέφτηκε γρήγορα τι μπορεί να κάνει για να εκτονώσει τις εντάσεις, ώστε το συμβάν να λήξει αμέσως και χωρίς συνέχεια. Ανταποκρίθηκε πρώτα στο κλάμα της μικρής κόρης και την ηρέμησε. Μετά ανταποκρίθηκε στον εκνευρισμό της μεγάλης κόρης και την «παρεξήγηση» που έγινε και ηρέμησε και αυτή. Μετά ανταποκρίθηκε στον εκνευρισμό της μητέρας και με απλές, κατάλληλες λεκτικές «κινήσεις» την βοήθησε να ηρεμήσει επίσης. Ίσως φαίνεται ότι ο πατέρας αντέδρασε πιο «ψυχρά». Στην πραγματικότητα δεν ήταν αντίδραση, ήταν κινήσεις ενός ψύχραιμου, λογικά σκεπτόμενου ανθρώπου που, ξεπερνώντας γρήγορα την αρχική εμπλοκή στο δικό του εκνευρισμό, και έχοντας κατά νου μία θετική πρόθεση, έκανε ό,τι μπορούσε για να επιλυθεί το πρόβλημα. Αυτό που έκανε ο πατέρας τελικά ήταν ότι ανταποκρίθηκε στην πρόκληση και δεν παρασύρθηκε από μία αυτόματη, συναισθηματικής βάσης αντίδραση, όπως τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.
Το περιστατικό μπορεί να θυμίζει κάτι σε όλους όσους έχουν οικογένεια και παιδιά. Όμως η αντίδραση και η ανταπόκριση είναι δύο «παιχνίδια» που παίζονται σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις και δραστηριότητες, σε όλες τις καταστάσεις όπου κάτι συμβαίνει και οι άνθρωποι νιώθουν ότι πρέπει να κάνουν κάτι για αυτό.
Η αντίδραση, η σχεδόν αυτόματη συμπεριφορά που καθοδηγείται από τις πρώτες συναισθηματικές αντιδράσεις, βοηθάει στην ενίσχυση και συντήρηση των αρνητικών συναισθημάτων και της εμπλοκής σε αρνητικές σκέψεις και επιζήμιες συμπεριφορές.
Η ανταπόκριση, η λογικά ελεγχόμενη συμπεριφορά που έρχεται εντελώς φυσικά όταν τα έντονα αρνητικά συναισθήματα δεν έχουν πια επίδραση, προσφέρει λύσεις, διέξοδο και μία βαθιά αίσθηση ικανοποίησης και εσωτερικής ηρεμίας σε εκείνον που τη βίωσε.
Το κλειδί για την ανταπόκριση, αντί της αντίδρασης, φαίνεται να είναι η γρήγορη απεμπλοκή από τα πιεστικά αρνητικά συναισθήματα (π.χ. θυμός ή φόβος) που, όπως έχει δείξει η νευροεπιστήμη, κάνουν «συναισθηματική πειρατεία» στον εγκέφαλο και καθοδηγούν τη συμπεριφορά μας (όπως έχει γράψει και ο Daniel Goleman στο βιβλίο του «Συναισθηματική Νοημοσύνη»). Αυτή η «πειρατεία» καθιστά ανίσχυρο το λογικό εγκέφαλό μας (κυρίως τον προμετωπιαίο φλοιό) και τον εμποδίζει να σκεφτεί ψύχραιμα και να πάρει τις καλύτερες δυνατές αποφάσεις.
Αυτή η γρήγορη απεμπλοκή δεν γίνεται με τη λογική, αλλά μπορεί να γίνει αρκετά εύκολα με τρόπους όπως η αυτο-παρατήρηση (που έχει ήδη καλλιεργηθεί π.χ. μέσω της ισχυρής ικανότητας συναισθηματικής αυτό-επίγνωσης ή mindfulness), ή η ταχύτατη αποφόρτιση αυτών των συναισθημάτων με κάποια ψυχοσωματική τεχνική (όπως π.χ. το EFT – Emotional Freedom Techniques).
Μόλις επιτευχθεί η απεμπλοκή από τη συναισθηματική ένταση, βάζοντας ως πρώτη σκέψη της θετική πρόθεση και τι θέλουμε να επιτύχουμε ως άμεσο αποτέλεσμα, ο νους μπορεί να προσφέρει γρήγορα και σχεδόν αυτόματα καλές λύσεις ώστε να προβούμε στις σχετικές ενέργειες. Αυτό είναι ανταπόκριση στην κατάσταση. Είναι η ερμηνεία του «ανταποκρίνομαι» όπως την αναφέρει στο λεξικό του ο Γ. Μπαμπινιώτης: «αποδεικνύομαι επαρκής (για κάτι), καταφέρνω να αντιμετωπίσω (κάτι) επιτυχώς».
Αντίθετα, αν παραμείνουμε σε εμπλοκή με τα δυσάρεστα συναισθήματα, ιδίως μάλιστα το θυμό, και αφήσουμε το νου να σκεφτεί και να αποφασίσει με βάση αυτά, μπορεί να προβούμε σε πράξεις που αργότερα θα μετανιώσουμε και που μπορεί να κάνουν την κατάσταση ακόμα χειρότερη από ότι ήταν πριν δράσουμε! Αυτό είναι αντίδραση στην κατάσταση.
Φυσικά υπάρχουν και καταστάσεις όπου δεν έχουμε την «πολυτέλεια» να μην αντιδράσουμε στιγμιαία, π.χ. όταν υπάρχει κίνδυνος ζωής ή σωματικής ακεραιότητας, όμως ακόμα και τότε μπορούμε να περάσουμε σε «λειτουργία ανταπόκρισης» σύντομα μετά από την αρχική αντίδραση. Αυτό επιτρέπει την «ψυχρή» επανεκτίμηση της κατάστασης και της αρχικής αντίδρασης και τις περαιτέρω αποφάσεις και ενέργειες που ενδείκνυνται, αντί να αρκεστούμε στην αρχική αντίδραση που είχαμε και μόνο.
Ας κάνουμε όλοι μία μεγάλη χάρη στον εαυτό μας και στους άλλους, μαθαίνοντας πώς να ανταποκρινόμαστε αντί να αντιδρούμε. Αυτό από μόνο του μπορεί να αλλάξει δραματικά προς το καλύτερο τις σχέσεις μας αλλά και να μας βοηθήσει στη ζωή μας σε πολλές καταστάσεις, αυξάνοντας δραματικά τη συναισθηματική νοημοσύνη μας. Χρειάζεται κάποια προσπάθεια για να αλλάξουμε προς αυτήν την κατεύθυνση, όμως αξίζει τον κόπο!
Ο Υπάτιος Βαρελάς είναι Προπονητής Ζωής (Life Coach) με ειδίκευση σε EFT και NLP, Σύμβουλος Επιχειρήσεων, Εκπαιδευτής και Συγγραφέας, επικεφαλής της CHANGE (www.change.gr) και του www.eft.gr Διαβάστε περισσότερα εδώ