Κάποτε, ζούσε ένας άνθρωπος ανάμεσα στους λόφους, που είχε στην ιδιοκτησία του ένα άγαλμα, σμιλεμένο από αρχαίο τεχνίτη. Κειτόταν εκεί, στην πόρτα του, με το πρόσωπο προς τα κάτω κι εκείνον ούτε που τον ένοιαζε γι΄αυτό.
Μια μέρα, πέρασε απ΄το σπίτι του ένας άνθρωπος από την πόλη, ένας άνθρωπος της γνώσης, και, βλέποντας το άγαλμα, ρώτησε τον ιδιοκτήτη αν θα΄θελε να το πουλήσει.
Ο ιδιοκτήτης γέλασε και είπε: «Και ποιος παρακαλώ θα θέλει ν΄αγοράσει αυτή τη μαυρισμένη και βρώμικη πέτρα;».
Ο άνθρωπος από την πόλη είπε: «Εγώ, θα σου δώσω ετούτο το νόμισμα τ΄ασημένιο, γι΄αυτή την πέτρα».
Κι ο άλλος άνθρωπος έμεινε κατάπληκτος και κατενθουσιασμένος.
Το άγαλμα μεταφέρθηκε στην πόλη, στη ράχη ενός ελέφαντα. Και μετά από πολλά φεγγάρια, ο άνθρωπος απ΄τους λόφους, πήγε στην πόλη και εκεί που περπατούσε στους δρόμους, είδε πλήθος μπρος σ΄ένα μαγαζί και κάποιονα που με δυνατή φωνή διαλαλούσε: « Ελάτε μέσα και δείτε τ΄ομορφότερο, το θαυμαστότερο άγαλμα όλου του κόσμου! Μόνο δυο ασημένια νομίσματα για να κοιτάξετε αυτό το θαυμάσιο έργο ενός δεξιοτέχνη του είδους!».
Μετά απ΄αυτό, ο άνθρωπος απ΄τους λόφους πλήρωσε δυο νομίσματα ασημένια και μπήκε μες στο μαγαζί να δει το άγαλμα που είχε πουληθεί από τον ίδιο για ένα νόμισμα ασημένιο.
Το παραπάνω απόσπασμα του Χαλίλ Γκιμπράν μας θυμίζει ότι πολλές φορές δεν δίνουμσε σημασία σε αυτά που θεωρούμε δεδομένα μέχρι να είναι πολύ αργά. Για την ακρίβεια, από τη στιγμή που θα θεωρήσουμε κάτι ως δεδομένο, ένα αντικείμενο, έναν άνθρωπο, την υγεία μας – οτιδήποτε – ουσιαστικά μειώνουμε την αξία του. Μέχρι η ζωή να μας υπενθυμίσει ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Αλλά τότε είναι αργά.
Γι αυτό, αγαπητοί φίλοι, εκτιμήστε αυτά που έχετε, τους ανθρώπους που σας αγαπούν και που αγαπάτε και μην μην αφήνετε τη ρουτίνα να μειώσει την αξία αυτών που μετράνε.