Οι καλλιτεχνικές μας τάσεις είναι μυστήριες, με όλες τις έννοιες αυτής της λέξης.
Είναι μυστήριες διότι περνάμε σε ένα μυστηριακό επίπεδο προκειμένου να αντλήσουμε έμπνευση, ένα επίπεδο το οποίο διαφέρει κατά πολύ με τα επίπεδα που συνηθίζουμε να μετακινούμαστε στην καθημερινότητα για τα προς το ζειν μας και άλλα πρακτικά μας ζητήματα.
Είναι επίσης μυστήριες διότι πολλές φορές αφήνουν άναυδους όχι μόνο τους γύρω αλλά κι εμάς τους ίδιους οι ιδέες μας, με τις οποίες δεν μπορούμε μερικές φορές να καταλάβουμε τι πρέπει να κάνουμε: να τις πάρουμε στα σοβαρά ή να γελάσουμε;
Πολύς κόσμος περνάει από αυτή τη ζωή δίχως η τέχνη να τον έχει αγγίξει, δίχως να τον έχει συγκινήσει. Πολύς είναι ο κόσμος που θεωρεί ότι η τέχνη είναι χάσιμο χρόνου και οι καλλιτέχνες ονειροπαρμένοι.
Αν και οι καλλιτέχνες ανά τους αιώνες έχουν αφήσει πολύτιμο έργο τόσο στους απλούς ανθρώπους (αν υπάρχει τέτοια κατηγορία) όσο και σε ερευνητές οι οποίοι ανακάλυψαν μεγάλα μυστήρια του Σύμπαντος μέσω καλλιτεχνικών έργων, δεν γίνονται εύκολα αποδεκτοί στις κοινωνίες τους.
Βέβαια, πολλές φορές οι ίδιοι απορρίπτουν την κοινωνία μέσα στην οποία εργάζονται και τελούν τα μυστήρια της τέχνης τους. Υπάρχει μία συγκρουσιακή δόμηση μεταξύ κοινωνίας και τέχνης, τέτοια που η μία τραβάει μπροστά την άλλη, πολλές φορές με βίαιο τρόπο.
Όταν είμαστε μικροί είμαστε φύσει καλλιτέχνες. Παίζουμε, σκηνοθετούμε παιχνίδια, κουκλοθέατρα, ενσαρκώνουμε από ήρωες των παραμυθιών μέχρι τη δασκάλα μας, γράφουμε φανταστικές ιστορίες, ζωγραφίζουμε, τραγουδάμε, όλα αυτά είναι η καθημερινότητά μας και σε κανέναν δεν κάνει εντύπωση αυτό.
Αυτοί όμως που είναι πραγματικά καλλιτέχνες, με αποστολή ζωής την τέχνη που λέμε, βλέπουν τα πράγματα διαφορετικά ακόμη κι όταν είναι παιδιά.
Γι’ αυτούς η ώρα των Καλλιτεχνικών είναι η πιο σοβαρή ώρα του σχολείου, το μάθημα της Έκθεσης το προετοιμάζουν με ζήλο, το μάθημα της Μουσικής είναι αυτό που δε χάνουν με τίποτα και παίρνουν μονίμως άριστα στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.
Είναι μάλιστα εκείνοι οι οποίοι θα συμμετέχουν στις θεατρικές παραστάσεις και συναυλίες από τα παρασκήνια προς τη σκηνή, έχοντας όχι μόνο την τάση να τα μάθουν όλα, αλλά και την αγωνία της πρεμιέρας.
Και φυσικό είναι μετά απ’ όλα αυτά, να πάρουν κάτω από τη βάση σε μαθήματα όπως τα θρησκευτικά, η ιστορία, η γεωγραφία, τα μαθηματικά… ειδικά αν οι καθηγητές αυτών των μαθημάτων δεν ανακάλυψαν ποτέ τον καλλιτέχνη μέσα τους.
Ακόμα και σήμερα είναι πολλοί οι “κρυφοί καλοτεχνίτες” οι οποίοι βρέθηκαν να σπουδάζουν στη Νομική και την Ιατρική από επίμονη προτροπή γονιών και κοινωνίας, ενώ παράλληλα και κρυφά, τα βράδια ξενυχτούν μελετώντας, σχεδιάζοντας, χορεύοντας… ετοιμάζοντας την εξεταστική τους για τη σχολή των ονείρων τους.
Και ακόμα πιο πολλοί εκείνοι που παράτησαν τον καλλιτέχνη μέσα τους γιατί είχαν πολλά να κάνουν για να ζήσουν, να βγάλουν τις υποχρεώσεις τους, να συντηρήσουν οικογένειες, να στήσουν καριέρα.
Αν έρθει κάποια στιγμή που δούμε πως χωρίς το καλλιτεχνικό μας κομμάτι δε θέλουμε να ζήσουμε, είναι γιατί το καλλιτεχνικό μας κομμάτι δεν είναι ένα κομμάτι, αλλά ολόκληρος ο εαυτός μας.
Οποιοδήποτε κοινωνικό προσωπείο, όσο επιτυχημένο κι αν δείχνει, όσο κι αν έχει κολλήσει πάνω μας είτε σαν στερεότυπο ή σαν ανάγκη, είναι καταδικασμένο να στραπατσαριστεί στο πέρασμα του χρόνου, αν δεν μας αφήνει να αναπνεύσουμε. Αν δε μας αφήνει να είμαστε ο εαυτός μας.
Αιώνια κινούμενος και πάντα εναλλασσόμενος ο καλλιτεχνικός εαυτός πάντα θα βγαίνει στην επιφάνεια, πάντα θα συγκρούεται με ότι “δήθεν” φοράμε.
Πολύ γρήγορα ο καλλιτέχνης ανακαλύπτει ότι θα είναι είτε ειλικρινής και θαρραλέος ή τρελός και δυστυχής. Η φλέβα αυτή δεν έχει ημίμετρα.