Στις 18 Δεκεμβρίου, ο βασιλιάς της Σουηδίας και η Νορβηγική Επιτροπή απένειμαν τα πρώτα βραβεία Νόμπελ, βάσει της διαθήκης του διαθέτη, που ορίζει ότι τα εν λόγω βραβεία «πρέπει να δίνονται σ’ εκείνους, που, στη διάρκεια του προηγούμενου έτους, μπόρεσαν να προσφέρουν στην ανθρωπότητα τη μεγαλύτερη ευεργεσία», στους κλάδους της φυσικής, της χημείας, της ιατρικής, της λογοτεχνίας και της ειρήνης.
Οι βραβευθέντες φέτος είναι: ο Βίλχελμ Ραίντγκεν, από τη Γερμανία, για την ανακάλυψη των ακτίνωνΧ (φυσική)· ο Τζάκομπους Ενρίκους βαν’ τ Χοφ, από την Ολλανδία, για τους νόμους της χημικής δυναμικής και της ωσμωτικής πίεσης (χημεία)· ο Έμιλ φον Μπέρινγκ, από τη Γερμανία, για την οροθεραπεία (ιατρική)· ο Σιλλύ Προυντόν, από τη Γαλλία, για την ποίησή του (λογοτεχνία)· και οι Ζαν Ανρί Ντυνάν, από την Ελβετία, που ίδρυσε τον Ερυθρό Σταυρό στα 1864, και Φρεντερίκ Πασσύ,οικονομολόγος, που ίδρυσε τη Γαλλική Εταιρεία των Φίλων της Ειρήνης (βραβείο ειρήνης).
Στο μέλλον τα βραβεία θα απονέμονται από τέσσερα ιδρύματα (3 σουηδικά και 1 νορβηγικό), που έχουν συσταθεί βάσει του κληροδοτήματος Νόμπελ, στη Στοκχόλμη και το Όσλο, κάθε χρόνο, και κατά την επέτειο του θανάτου του δωρητή.
Ο Σουηδός χημικός Άλφρεντ Νόμπελ, που πέθανε το 1886, είχε ανακαλύψει τη δυναμίτιδα (1867) και άλλα εκρηκτικά, από τα οποία και κέρδισε τεράστια περιουσία, που κληροδότησε στο Ίδρυμα Νόμπελ για τα άνω ετήσια βραβεία του.
(Άρθρο εφημερίδας – Δεκέμβριος 1901)