Φοβού την Ασθένεια του Εγώ – Το παράδειγμα του στρατηγού Μάρσαλ

ego

Για εμάς η Ασθένεια του Εγώ είναι να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε ότι είμαστε καλύτεροι, ότι είμαστε ξεχωριστοί, ότι τα προβλήματα και τα βιώματά μας είναι τόσο πολύ διαφορετικά από όλων των άλλων ώστε κανείς δεν θα μπορούσε ποτέ να καταλάβει. Είναι μια στάση που έχει καταποντίσει πολύ καλύτερους ανθρώπους, ομάδες και στόχους από τους δικούς μας.

Ο στρατηγός Μάρσαλ, που ξεκίνησε τη θητεία του ως αρχηγός του αμερικανικού Γενικού Επιτελείου Στρατού την ημέρα που η Γερμανία εισέβαλε στην Πολωνία το 1939 και υπηρέτησε καθ΄όλη τη διάρκεια του πολέμου, αποτελεί μια από τις ελάχιστες εξαιρέσεις αυτού του κανόνα. Με κάποιον τρόπο ο Μάρσαλ δεν προσβλήθηκε ποτέ από την Ασθένεια του Εγώ, ενώ συχνά έκανε όσους είχαν αρρωστήσει από αυτήν να ντρέπονται και να την αποβάλουν. Ας ξεκινήσουμε από την ισορροπημένη σχέση που είχε ο ίδιος με το βαθμό του, που για τους περισσότερους ανθρώπους στο δικό του επάγγελμα αποτελεί εμμονή. Δεν ήταν άτομο που απείχε από κάθε δημόσια επίδειξη βαθμίδας ή θέσης. Για παράδειγμα, επέμενε ο πρόεδρος να τον αποκαλεί στρατηγό Μάρσαλ, κι όχι Τζορτζ. (Το είχε κερδίσει, έτσι δεν είναι;)

Αλλά ενώ άλλοι στρατηγοί επιδίδονταν σε παρασκηνιακές ενέργειες προκειμένου να πάρουν προαγωγή – ο στρατηγός Μακάρθουρ είχε προαχθεί έναντι άλλων αξιωματικών την περίοδο πριν τον πόλεμο κυρίως χάρη στις προσπάθειες της μητέρας του – ο Μάρσαλ αποθάρρυνε δραστικά ανάλογες κινήσεις.
Όταν κάποιοι άρχισαν να πιέζουν για να γίνει ο Μάρσαλ αρχηγός, ο ίδιος τους ζήτησε να σταματήσουν επειδή “αυτό με κάνει να ξεχωρίζω από το στράτευμα. Με κάνει μάλιστα να ξεχωρίζω υπερβολικά πολύ”.

Αργότερα αποθάρρυνε μια απόπειρα του Λευκού Οίκου να περάσει ένα νομοσχέδιο που θα του έδινε το βαθμό του αρχιστράτηγου – όχι μόνο επειδή πίστευε ότι το “αρχιστράτηγος Μάρσαλ” θα ήταν γελοίο (στα αγγλικά ο τίτλος “αρχιστράτηγος” είναι Field Marshall, οπότε ο πλήρης τίτλος του θα ήταν Field Marshal Marshall), αλλά και διότι δεν ήθελε να προηγηθεί βαθμολογικά του μέντορά του, του στρατηγού Τζον Πέρσινγκ, ο οποίος ήταν ετοιμοθάνατος και αποτελούσε για τον ίδιο μόνιμη πηγή συμβουλών και καθοδήγησης.

Μπορείτε να το φανταστείτε; Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το προσωπικό αίσθημα τιμής των ωθούσε να απορρίπτει τιμητικές διακρίσεις και συχνά να αφήνει να απονέμονται αυτές οι διακρίσεις σε άλλους ανθρώπους. Σίγουρα τις ήθελε, όπως κάθε φυσιολογικός άνθρωπος, αλλά με τον σωστό τρόπο. Το σημαντικότερο είναι πως ήξερε ότι, όσο ωραίο κι αν ήταν να τις έχει, μπορούσε να ζήσει και χωρίς αυτές, ενώ άλλοι δεν μπορούν.

Το Εγώ έχει ανάγκη από τιμές για να επιβεβαιώσει την αξία του. Η αυτοπεποίθηση, από την άλλη μεριά, είναι σε θέση να περιμένει και να εστιάζει στο έργο που πρέπει να πραγματοποιηθεί κάθε φορά, ανεξαρτήτως έξωθεν αναγνώρισης. Στην αρχή της καριέρας μας ίσως είμαστε ικανοί να κάνουμε αυτές τις θυσίες πιο εύκολα. Μπορούμε να εγκαταλείψουμε τις σπουδές μας σε ένα καλό πανεπιστήμιο για να ξεκινήσουμε τη δική μας εταιρεία. Μπορούμε να ανεχθούμε να μας αγνοούν μια στις τόσες.

Από τη στιγμή που “τα έχουμε καταφέρει”, η νοοτροπία μας αλλάζει και εμείς κλίνουμε στο “παίρνω αυτό που μου ανήκει”. Τώρα ξαφνικά τα βραβεία και η αναγνώριση έχουν σημασία – αν και δεν ήταν αυτά που μας έφεραν ως εδώ. Χρειαζόμαστε αυτά τα χρήματα, εκείνο τον τίτλο, την προσοχή των μέσων ενημέρωσης – όχι για την ομάδα ή τον σκοπό, αλλά για τον εαυτό μας. Επειδή τα έχουμε κερδίσει.

Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι : σε καμιά περίπτωση δεν κερδίζουμε το δικαίωμα να είμαστε άπληστοι ή να επιδιώκουμε το δικό μας συμφέρον εις βάρος των άλλων. Το να σκεπτόμαστε διαφορετικά δεν είναι μόνο εγωιστικό, είναι και αντιπαραγωγικό. Η επιθυμία σας να σας θυμούνται, το να θέλετε να φτάσετε στην κορυφή, το να εξασφαλίσετε τον εαυτό σας και την οικογένειά σας, όλα αυτά δεν σας κάνουν κακό άνθρωπο. Στο κάτω κάτω, το παραπάνω είναι μέρος της σαγήνης.  Υπάρχει κάποια ισορροπία. Ο Τόνι Άνταμς, προπονητής πολλών βρετανικών ποδοσφαιρικών ομάδων, το εξέφρασε αυτό με τον καλύτερο τρόπο : “Παίξε για το όνομα που γράφει το μπροστινό μέρος της φανέλας σου”, είπε, “και όλοι θα θυμούνται το όνομα που γράφει από πίσω”. Στην περίπτωση του Μάρσαλ, η παλιά ιδέα ότι η ανιδιοτέλεια και η ακεραιότητα θα μπορούσαν να θεωρηθούν αδυναμίες, ή να εμποδίσουν κάποιον να πετύχει, αποδεικνύεται πανηγυρικά ανυπόστατη.

Οπωσδήποτε, κάποιοι άνθρωποι μπορεί να δυσκολεύονται να πουν πολλά πράγματα για το άτομό του – αλλά όλοι αυτοί ζουν σε έναν κόσμο για τη διαμόρφωση του οποίου ο Μάρσαλ υπήρξε σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνος. Και τα εύσημα; Ποιος νοιάζεται!

Το Εγώ είναι ο Εχθρός – Ryan Holiday – εκδόσεις Πεδίο

Ενδιαφέροντα σεμινάρια και μαθήματα