Αυτό που με λυπεί βαθύτατα είναι το πώς η κοινωνία έχει αντιστρέψει τις έννοιες των λέξεων. Και αντί ο ευαίσθητος να θεωρείται ο δυνατός, θεωρείται ο ευάλωτος και ο αδύναμος. Ενώ η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική, ο ευαίσθητος και αυτός που κλαίει είναι ο πραγματικά δυνατός. Έρχεται όμως η κοινωνία με τις πατριαρχικές της νόρμες και απαγορεύει στους άνδρες να κλαίνε επειδή θεωρούν πως έτσι χάνουν τον ανδρισμό και την επιβολή που πρέπει να έχουν. Έρχεται με την εντελώς αψυχολόγητη στάση της και χαρακτηρίζει άσχημα έναν άνθρωπο που εκφράζει τα συναισθήματά του ως ‘’μίζερο, κλαψιάρη, αδύναμο, φοβιτσιάρη.’’
Το κλάμα βοηθάει να απεγκλωβιστούμε από τα αρνητικά μας συναισθήματα. Μπορούμε να συμπεράνουμε πόσο κακό κάνουμε στον εαυτό μας όταν δεν ξεσπάμε τη στιγμή που το έχουμε ανάγκη, συσσωρεύοντας έτσι όλα την αρνητική ενέργεια και το στρες μέσα στον οργανισμό μας, με μεγάλη πιθανότητα να βλάψουμε ακόμα και την ίδια την υγεία μας.
Όταν κλαίμε έχουμε στην πετύχει ένα σπουδαίο κατόρθωμα έχουμε απεγκλωβιστεί από το φόβο της ειρωνείας των άλλων , ακόμα και από τη θέαση της δικής μας αδύναμης πλευράς. Χρειάζεται θάρρος να δείξουμε τα αληθινά συναισθήματα που έχουμε χωρίς να φοβόμαστε την άσχημη αντίδραση των άλλων.
Οι άνθρωποι κλαίνε, κυρίως, όταν έρχονται αντιμέτωποι με μία δυσάρεστη και άσχημη εμπειρία – υπάρχουν όμως και δάκρυα χαράς. Το κλάμα έρχεται λοιπόν και εξισορροπεί – όσο αυτό είναι εφικτό – τα άσχημα συναισθήματά μας, μας βοηθάει να τα αντιληφθούμε σε μεγαλύτερο βαθμό αυτό που μας συμβαίνει ,ώστε να αντιμετωπίσουμε αυτό που μας προβληματίζει με μεγαλύτερη ψυχραιμία.
Έχει διαπιστωθεί ότι το κλάμα δρα ευεργετικά και απεγκλωβίζει τον άνθρωπο από την ένταση εκείνης της στιγμής , αφού εκκρίνουν την προλακτίνη , μία ορμόνη που αυξάνει τα επίπεδα της ανακούφισης στον οργανισμό.
Είναι εξίσου σημαντικό να αναφερθεί και η επαφή του ανθρώπου με άλλα άτομα, αφού δε δεχτεί ενθάρρυνση και υποστήριξη ως συνέπεια του κλάματός του.
Ας μην κρατάμε , λοιπόν, τα δάκρυα όταν εκείνα θέλουν να τρέξουν, αλλά να τα εκφράζουμε ελεύθερα και αβίαστα.
Μαρία Σκαμπαρδώνη – Δημοσιογράφος