Δευτέρα πρωί στο Μετρό. Οι κυλιόμενες κατηφορίζουν νωχελικά σαν γι’ αυτές να είναι ακόμα Κυριακή μεσημέρι. Ο κόσμος πολύς και η διάθεση του καθενός ανάλογη προς το Σαβ/κο που πέρασε, ανάλογη ίσως και προς ό,τι έχει ζήσει ως τώρα. Κάποιοι βιάζονται, άλλοι όχι. Στην πλατφόρμα φαίνεται ξεκάθαρα πως πρόκειται για το ξεκίνημα της εβδομάδας. Ο κόσμος είναι πολύς και κάπως ξεκούραστος. Παρά τις κατηγόριες των πάρτι άνιμαλς, η Δευτέρα είναι πάντα ένα νέο ξεκίνημα. Έχουν γίνει πλάνα το Σαβ/κο, έχουμε δει λάθη, έχουμε καταλάβει μερικά που στην ταχύτητα της εβδομάδας δεν προλάβαμε. Έρχεται το τρένο «Ωχ, όχι… είναι ασφυκτικά γεμάτο» Άλλο ένα γνώρισμα του Δευτεριάτικου πρωινού. Έτσι ξεκινάμε όλοι, με δύναμη! Με μια ανάσα μπαίνεις μέσα. Τα όρια στενεύουν μα είναι ξεκάθαρα και ευδιάκριτα. Είναι μόνο για λίγο οπότε… κάποτε οι άνθρωποι έμεναν όλοι μαζί μέσα σ’ ένα μικρό σπίτι. Κάποιοι άνθρωποι ακόμα το κάνουν ενώ άλλοι έχουν πιάσει την άλλη άκρη, της αποξένωσης. Δεν μπορούν να πλησιάσουν τόσο πολύ, τόσο κοντά.
Άνθρωποι. Ένα παγκόσμιο τρένο κυλάει κάτω από τις πλάκες της πόλης. Είναι εκεί φυλές που δεν πάει ο νους του ενός ότι μπορεί να υπάρχουν.
Δευτέρα πρωί στο Μετρό. Ο παράδεισος του φυσιογνωμιστή. Πόσα να μπορείς να καταλάβεις για την ανθρωπότητα μέσα σ’ ένα βαγόνι; Πολλά αν αφεθείς κι εξασκηθείς λίγο. Μερικοί είναι κολλημένοι με τις θέσεις. Τις βλέπουν σα λάβαρο. Θα τους πάει καλά η εβδομάδα αν πιάσουν μία. Δεν είναι ότι δε μπορούν να σταθούν, είναι που θέλουν οπωσδήποτε τη θέση. Άλλοι στέκονται όρθιοι σα να μην έχουν καθίσει ποτέ. Από φυσικού τους. Δε πιάνονται από κάπου, απλά στέκονται ό,τι κι αν γίνει, φρένο, γκάζι, δεν τους απασχολούν αυτά. Σταθεροί τύποι. Έπειτα είναι εκείνοι που διαβάζουν ένα μεγάλο βιβλίο, πολλών σελίδων, μυθιστόρημα ίσως. Όρθιοι κι αυτοί. Ούτε κι αυτοί ενοχλούνται ιδιαιτέρως από τον ρυθμό του τρένου, μόνο ίσως λίγο από τον συνωστισμό μα δε το δείχνουν. Είναι άλλοι που δεν έχουν αποδεχτεί και τόσο την ιδέα του «όλοι μαζί» κάτι τους ενοχλεί… τη μύτη κυρίως. Αυτοί ξεχωρίζουν από το άρωμα. Είναι ευχάριστοι συνοδοιπόροι αν έχεις τα ίδια αρωματικά γούστα.
Είναι κι άλλοι, οι κουρασμένοι. Μικροί και μεγάλοι, δεν αντέχουν άλλο. Το βλέμμα τους είναι κάπου πεταμένο προς τα κάτω και δεν ενδιαφέρονται να το μαζέψουν. Έχουν κουραστεί οι άνθρωποι. Α ναι κι οι ματιές! Δεν έχει σημασία από ποιον προέρχονται, οι ματιές είναι ξεχωριστές οντότητες μέσα στο βαγόνι.
Πλησιάζει η στάση σου. Τι έλεγε το σεμινάριο που παρακολούθησες το Σάββατο; Πως είμαστε όλοι ένα, πως όλοι αξίζουμε αγάπη, δίχως όρους αγάπη, απεριόριστη. Αγάπη για όλους. Όλους; Μια ερώτηση χτυπάει τη νοητική σου στέγη και την ακούς με απορία συνδυάζοντάς τη με όλη αυτή τη γρήγορη και σίγουρα ελλειπή έρευνα που εξήγαγες για την ανθρωπότητα μέχρι να φτάσεις: Να μπορώ άραγε να τους αγαπήσω όλους αυτούς; Γίνεται; Γίνεται να αγαπήσει κανείς όλο τον κόσμο;
Φρένο. Οι πόρτες ανοίγουν. Κατεβαίνεις και ψάχνεις τη φωτεινή επιγραφή που λέει «έξοδος» Η εβδομάδα σου είναι έτοιμη ν’ αρχίσει. Η ερώτηση φεύγει όπως ήρθε ή μάλλον δεν άφησε ποτέ το βαγόνι. Ίσως αυτό το βαγόνι να είναι το σπίτι της.
Γράφει η Ελένη Καιγή