Αντιμέτωποι με τον πόνο της αποτυχίας, μερικές φορές αισθανόμαστε ότι δεν αξίζουμε πλέον τίποτα. Επειδή ζούμε σε έναν κόσμο όπου ο πολιτισμός του λάθους είναι πολύ λίγο αναπτυγμένος, συγχέουμε το να “έχεις αποτύχει” και το να “είσαι αποτυχημένος”.
Συγχέουμε την αποτυχία του σχεδίου μας με εκείνη της προσωπικότητάς μας. Αντί να κατανοήσουμε τον χώρο αυτής της αποτυχίας στην ιστορία μας, τον απολυτοποιούμε και τον δεχόμαστε αξιωματικά. Εν ολίγοις, δεν είμαστε αρκετά υπαρξιστές.
Γυρίζοντας στη μεταφορά του Μάιλς Ντέιβις, είναι σαν να σταματάμε τη μουσική στη “λάθος νότα” και την προσπερνάμε χωρίς να της δίνουμε την ευκαιρία να βρει τη θέση της, να ξανακουστεί στην εξέλιξη του κομματιού. Είναι λες και σταματάμε τον χρόνο τη χειρότερη στιγμή.
Σε όλο το έργο του, ο Ζίγκμουντ Φρόιντ προειδοποιεί για τις επιπτώσεις της υπερβολικής ταύτισης – με τη μητέρα ή τον πατέρα, τον απολυταρχικό ηγέτη, όπως και την προσωπική αποτυχία.
Η ταύτιση για πάρα πολύ καιρό με έναν από τους γονείς μας, μας εμποδίζει να μεγαλώσουμε και μας οδηγεί στην παλινδρόμηση. Ένα παιδί διαμορφώνεται καθώς εναλλάσσει τακτικά πρότυπα ταύτισης. Με αυτό το “παιχνίδι” μαθαίνει να λέει “εγώ”, να κατανοεί τη μοναδικότητά του.
Η ταύτιση με έναν ολοκληρωτικό ηγέτη όπως ο Στάλιν ή ο Χίτλερ σημαίνει την υιοθέτηση των οραμάτων και των πλανών τους, την παραίτηση από την κριτική προσέγγιση και τελικά συνενοχή σε φριχτές πράξεις.
Η ταύτιση με την αποτυχία οδηγεί σε αυτοεξευτελισμό, ώσπου τελικά να κερδίσει το αίσθημα της ντροπής ή της ταπείνωσης.
Η υπερβολική ταύτιση οδηγεί στην προσκόλληση και σκοτώνει τη μεταβολή και την εξέλιξη, τη δράση. Όμως η ζωή είναι ακριβώς αυτό: κίνηση. Όταν επικεντρωνόμαστε στην αποτυχία μας ξεχνάμε αυτή την αλήθεια του Ηράκλειτου.
Η αποτυχία μας πληγώνει γιατί είναι μια ρωγμή στο κέλυφος της ταυτότητάς μας, στην κοινωνική μας εικόνα, στην ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας. Δεν μας αναγνωρίζουμε πια.
Όπως ένας γενικός διευθυντής που προχωρά σε πτώχευση μιας άλλοτε ακμάζουσας επιχείρησης ή ένας σκηνοθέτης επιτυχιών που βλέπει την ταινία του να αποσύρεται από τις αίθουσες σε μια βδομάδα, έτσι κι εμείς ξαφνικά χάνουμε τον προσανατολισμό μας. Όμως αυτό μπορεί και να είναι ένα καλό μήνυμα.
Μερικές φορές, μόνο η εμπειρία της αποτυχίας μας επιτρέπει να μετρήσουμε πόσο αυτή η μειωμένη κοινωνική ταυτότητα μας αποκόβει βαθιά από την προσωπικότητά μας, την πολυπλοκότητά μας.
Για να ξεπεράσουμε τις αποτυχίες μας, θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε το “εγώ”: όχι πια ως ένα σταθερό και αμετάβλητο πυρήνα, αλλά ως μια πλουραλιστική υποκειμενικότητα σε διαρκή κίνηση.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Charles Pepin “Η ομορφιά της αποτυχίας” από τις εκδόσεις Διόπτρα