Νέο είναι αυτό που ανανεώνεται συνεχώς χάρη στην εγγενή δύναμή του

Νέο είναι αυτό που ανανεώνεται συνεχώς χάρη στην εγγενή δύναμή του

Το νέο δεν έρχεται σε αντίθεση με το παλιό, αλλά με το “πάντα όμοιο”- το ήξερες εσύ αυτό, Τζάκομο – και είναι πραγματικά νέο όχι γιατί συμβαίνει μετά, αλλά γιατί είναι περισσότερο και καλύτερο, χάρη στο βάθος του.
Το “πιο πρόσφατο” είναι ήδη παλιό όταν το αποκτώ, ενώ νέο είναι εκείνο που ανανεώνεται συνεχώς χάρη στην εγγενή δύναμή του: όπως οι δακτύλιοι ενός δέντρου που σχηματίζονται γύρω από το ζωτικό του κέντρο σε κάθε κύκλο των εποχών.

Παλιό, αντίθετα, είναι αυτό που δεν μπορεί πια να δώσει τίποτα από τον εαυτό του γιατί είναι εξαντλημένο.

Μια σονάτα του Μπετόβεν, ένας πίνακας του Σεζάν, ένα άσμα του Δάντη, είναι πιο νέα από ένα τραγούδι που γίνεται “σουξέ” (και εξαντλείται γρήγορα στο τέλος της σεζόν) γιατί δίνουν όλο και περισσότερα από τον ίδιο τους τον εαυτό.
Επομένως, το νέο δεν πρέπει αναγκαστικά να είναι διαφορετικό, μπορεί να είναι το ίδιο χωρίς να γίνεται όμοιο.
Όταν μια καρδιά λέει σε μια άλλη “Θα σε αγαπώ για πάντα”, δεν ισχυρίζεται τίποτε άλλο από το ότι θα καταφέρνει να βρίσκει πάντα κάτι νέο στο ίδιο πρόσωπο, το άπειρο μέσα στο πεπερασμένο. Θα εξαρτηθεί από την ικανότητά μας να στεκόμαστε, να δείχνουμε υπομονή, να φτάνουμε στο επόμενο επίπεδο του βάθους, του δικού μας και του άλλου.

Το νέο είναι ικανό να μας θυμίζει το δικό μας νέο, όταν νιώθουμε γερασμένοι και για πέταμα.

Υπάρχει άραγε στον κόσμο κάτι που να είναι αέναα νέο;
Ούτε εσύ το πιστεύεις αυτό πια, Τζάκομο. Άρα η ζωή είναι μια θλιβερή καταδίκη. Αυτή είναι η στιγμή της απογοήτευσής σου, είναι η στιγμή που στο σχολείο, πολύ συνοπτικά, ονομάζουμε στροφή προς τον εγκόσμιο πεσιμισμό.
Καταλαβαίνεις ότι δεν είναι η Ιστορία και οι επισφαλείς συνθήκες της που εμποδίζουν την ευτυχία, δεν πρόκειται για την ανάκτηση κάποιου πράγματος που χάθηκε στο δρόμο.
Η δυστυχία είναι συστατικό των πραγμάτων.
Η φύση αναγκάζει τον άνθρωπο να έχει ψευδαισθήσεις, αλλά δεν του δίνει τα μέσα για να φτάσει στην ευτυχία. Του δίνει δίψα, αλλά δεν του δίνει στόμα για να ξεδιψάσει, ούτε πηγή για να πιεί, ούτε κουβά για να βγάλει νερό από το πηγάδι.

Τι να το κάνουμε αυτό το πάθος που προκαλεί δίψα αν είναι μια ακόμα, πιο σκληρή καταδίκη;
Γιατί να θεωρούμε ότι είμαστε ανώτεροι από το χρυσόψαρο που μέσα στη γυάλα του βλέπει τη θάλασσα;
Σε τι χρησιμεύει να έχουμε επίγνωση του μέλλοντος και όχι μόνο ενός αιώνιου παρόντος;
Γιατί να έχουμε όλο αυτό το μέλλον στην καρδιά αν πρόκειται να στραφεί εναντίον μας και να μας οδηγήσει σε μια πιο καταστροφική πτώση;

Απόσπασμα από το βιβλίο του Alessandro D’ Avenia ” Η Τέχνη της Ευθραυστότητας” από τις εκδόσεις Πεδίο

Ενδιαφέροντα σεμινάρια και μαθήματα