Τη δεκαετία του 1850, ο Γάλλος γιατρός Λουί Αλφρέντ Μορί έγινε ένας από τους πρώτους επιστήμονες που προσπάθησαν να μελετήσουν τα όνειρα εμπειρικά.
Χρησιμοποιώντας τον εαυτό του ως πειραματόζωο, προσπάθησε να δει αν το εξωτερικό του περιβάλλον μπορούσε να επηρεάσει τα όνειρά του. Όταν έβαλε έναν βοηθό να του γαργαλήσει τη μύτη ενώ εκείνος κοιμόταν, ονειρεύτηκε ότι του τραβούσαν μια μάσκα από το πρόσωπο.
Όταν έβαλε κάποιον να στάζει νερό στο μέτωπό του, ονειρεύτηκε ότι ίδρωνε και έπινε κρασί. Έφτασε, λοιπόν, στο ριζοσπαστικό συμπέρασμα ότι τα όνειρα δεν προέρχονταν από τους θεούς, αλλά από τον κόσμο γύρω μας.
Θα περνούσε άλλος ένας αιώνας προτού οι επιστήμονες εκτιμήσουν τον ρόλο των ονείρων στην επίλυση προβλημάτων, αλλά το 1892, ο αναπτυξιακός βιολόγος Τσαρλς Τσάιλντ ρώτησε διακόσιους φοιτητές εάν είχαν συνειδητοποιήσει ποτέ στα όνειρά τους κάτι που να τους βοήθησε να αντιμετωπίσουν μια υπαρκτή πρόκληση στη ζωή τους. Περίπου το 40% των φοιτητών απάντησε θετικά. Αρκετοί, μάλιστα, ισχυρίστηκαν πως είχαν καταφέρει να λύσουν στον ύπνο τους προβλήματα άλγεβρας.
Διαβάστε επίσης: “Προφητικά” όνειρα: 4 περιπτώσεις ανθρώπων που ισχυρίζονται ότι είδαν το μέλλον στον ύπνο τους
Στην αλλαγή του αιώνα, ο Σίγκμουντ Φρόιντ αναβάθμισε σημαντικά τα όνειρα, προσδίδοντάς τους για πρώτη φορά ακαδημαϊκό κύρος. Έθεσε τα όνειρα στο επίκεντρο του νέου επιστημονικού τομέα της ψυχανάλυσης, εκθειάζοντάς τα ως τη «βασιλική οδό προς το ασυνείδητο» και διακηρύσσοντας πως «η ψυχανάλυση βασίζεται στην ανάλυση ονείρων».
Μέσα από την εξέταση των ονείρων, υποστήριξε στο βιβλίο του «Η ερμηνεία των ονείρων», οι ασθενείς – ή οι ψυχαναλυτές τους – μπορούν να ανακαλύψουν τις μύχιες επιθυμίες τους και να ρίξουν φως στο υποσυνείδητο, γεγονός που τους δίνει τη δυνατότητα να θεραπευτούν από τις νευρώσεις τους. Εφόσον τα όνειρα πηγάζουν από τον δικό μας νου, κάθε τμήμα του ονείρου – άγνωστοι, εραστές, άψυχα αντικείμενα – συμβολίζει κάποια όψη του εαυτού μας.
Ένας από τους πιο ριζοσπαστικούς ισχυρισμούς του Φρόιντ ήταν ότι τα όνειρα αντιπροσωπεύουν την εκπλήρωση ευχών.
Μας επιτρέπουν να ικανοποιούμε επιθυμίες που γνωρίζουμε ότι έχουμε, αλλά και ευχές που δεν παραδεχόμαστε ούτε στον ίδιο μας τον εαυτό. Η επιθυμία μπορεί να είναι τόσο βαθιά όσο η λαχτάρα να επιστρέψουμε στην παιδική μας ηλικία και να διασφαλίσουμε την αγάπη ενός συναισθηματικά απόμακρου γονιού, ή τόσο απλή όσο το να κατευνάσουμε μια λιγούρα που μας έπιασε μέσα στη νύχτα.
Απόσπασμα από το βιβλίο της Alice Robb « Ο Κόσμος των Ονείρων» από τις εκδόσεις Αιώρα