Ο Αϊνστάιν θεωρούσε ότι η φαντασία είναι πιο σημαντική από τη γνώση: «Η γνώση είναι περιορισμένη. Η φαντασία κάνει τον κόσμο να κινείται».
Εδώ, θα ορίσουμε τη φαντασία ως την ικανότητα εκείνη του ανθρώπινου νου να διαμορφώνει και να χειρίζεται εικόνες, έννοιες, συναισθήματα, όνειρα και αισθήσεις υπέρ του δέοντος και ορισμένες φορές, ανεξαρτήτως των εξωτερικών ερεθισμάτων.
Η φαντασία έρχεται σε πολλές μορφές και σε διάφορους βαθμούς και συνεργάζεται με αρκετές άλλες γνωστικές κατασκευές συμπεριλαμβανομένων των πεποιθήσεων, της επιθυμίας, του συναισθήματος, της μνήμης και της υπόθεσης.
Υπάρχει μια θεωρία που λέει πως, όπως ακριβώς η αντίληψη δικαιολογεί πεποιθήσεις για την πραγματικότητα, έτσι και η φαντασία δικαιολογεί πεποιθήσεις για την πραγματικότητα. Ή όπως είπε και ο Hume: «Αποτελεί επιβεβαιωμένη αρχή στη μεταφυσική πως ό,τι συλλαμβάνει ο νους μας, περιλαμβάνει την ιδέα της πιθανής ύπαρξης, ή με άλλα λόγια, ότι τίποτα από αυτά που φανταζόμαστε δεν είναι εντελώς απίθανα».
Θα μπορούσαν τα φαντάσματα, ο διάβολος, το ταξίδι στο χρόνο κλπ. να είναι δυνατά; Τι σημαίνει ότι κάτι είναι δυνατό και κάτι άλλο αδύνατο; Και από ποιον ορίζεται; Είναι εύκολο να συλλάβουμε με το νου μας ότι κάτι άλλο μπορεί να πάρει τη θέση του οξυγόνου, αν δεν γνωρίζουμε τίποτα για το τελευταίο. Υπό αυτή την έννοια, η γνώση και η επιστήμη μπορούν να περιορίσουν τη φαντασία μας, αλλά μπορούν επίσης και να μας βοηθήσουν να τη συγκεντρώσουμε σε κάτι.
Σε κάθε περίπτωση, μέχρι πολύ πρόσφατα, αρκετές κοινωνίες και πολιτισμοί δεν είχαν κάνει έναν αυστηρό διαχωρισμό ανάμεσα στη φαντασία και στην πραγματικότητα, και το ένα συχνά συμπλήρωνε και πληροφορούσε το άλλο. Σήμερα, υπάρχουν χάπια για τους ανθρώπους που συγχέουν τη φαντασία με την πραγματικότητα, αλλά δεν ήταν πάντα έτσι τα πράγματα.
Οι χρήσεις της φαντασίας είναι πολλές περισσότερες απ’ όσες μπορούμε να απαριθμήσουμε σε ένα άρθρο. Τα περισσότερα παιδιά αρχίζουν να αναπτύσσουν το υποκριτικό παιχνίδι στους 15 περίπου μήνες ζωής. Τι κάνουν ακριβώς τα παιδιά, όταν παίζουν υποκριτικά;
Παίζοντας σενάρια και εκτεινόμενα πέρα από την περιορισμένη εμπειρία τους, τα παιδιά επιζητούν να νοηματοδοτήσουν τον κόσμο και να βρουν τη θέση τους σε αυτόν. Αυτή η διαδικασία είναι γεμάτη συναίσθημα – χαρά, ενθουσιασμό, δέος – και βρίσκει μια ηχώ σε κάθε επακόλουθη πράξη δημιουργίας.
Όταν κοιτάμε έναν πίνακα όπως η Μόνα Λίζα, βλέπουμε κάτι παραπάνω από το κάδρο και τις πινελιές. Συγκεκριμένα, σπάνια βλέπουμε τις πινελιές. Στη φαντασία μας, όπως και στα όνειρά μας, προσδίδουμε μορφή, σχήμα και σημασία σε πράγματα και ύστερα συλλογιζόμαστε πάνω σε αυτά. Χωρίς αυτό το έργο της ερμηνείας και της απορρόφησης, ο κόσμος δεν θα ήταν τίποτε παραπάνω από μια αέναη ροή αισθητηριακών εντυπώσεων, όπως θα είναι όσοι δεν έχουν φαντασία και ελπίδα στη ζωή.
Και κάτι περισσότερο από αυτό, μέσω της φαντασίας, μπορούμε να συμπληρώσουμε, να ολοκληρώσουμε τον κόσμο, ή τον κόσμο μας, επινοώντας τα χαμένα κομμάτια. Η φαντασία παραμένει ιδιαίτερα ενεργή κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής και παίρνει ποικίλες μορφές.
Αν η φαντασία μας επιτρέπει να νιώθουμε πιο άνετα στον κόσμο, μας δίνει επίσης τη δυνατότητα να κάνουμε πράγματα στον κόσμο. Η επιστήμη προχωρά μέσω των υποθέσεων, που αποτελούν προϊόν φαντασίας.
«Λέγεται πως αν κάποιος δεν μπορεί να ονειρευτεί τη νύχτα, θα τρελαθεί. Με τον ίδιο τρόπο, αν σε ένα παιδί δεν επιτραπεί να επισκεφτεί τον χώρο της φαντασίας, αυτό το παιδί δεν θα συμφιλιωθεί ποτέ με την πραγματικότητα». – Πολ Όστερ