Προσωπικά θεωρώ ότι, στο σχολικό περιβάλλον, ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα συναισθηματικής αγωγής είναι το ίδιο ή ίσως περισσότερο σημαντικό από τα μαθήματα της Γλώσσας και των Μαθηματικών.
Η αγωγή σχετικά με τη διαχείριση των συναισθημάτων και του άγχους είναι ένα σημαντικό βήμα για να κατανοήσουμε πώς αισθανόμαστε. Σε δεύτερο επίπεδο, τα παιδιά μπορούν να μάθουν να βρίσκουν λύσεις και τρόπους αντίδρασης για να βοηθήσουν τον εαυτό τους να απελευθερωθεί από δυσάρεστα συναισθήματα.
Γιατί, ας μην το ξεχνάμε, η επιθετική συμπεριφορά και τα αρνητικά συναισθήματα πλήττουν κατά κύριο λόγο το ίδιο το παιδί, καθώς μένει μόνο του, παρέα με τις ενοχές του και την ταμπέλα του “κακού παιδιού”.
Να τονίσω, επίσης, ότι οι τιμωρίες είναι η λιγότερο κατάλληλη μέθοδος για τον έλεγχο της επιθετικής συμπεριφοράς, διότι ο πόνος και η ντροπή είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσουν σε μια δεύτερη, ίσως ακόμα πιο επιθετική κίνηση, λόγω εκδικητικής αντίδρασης.
Η πιο κατάλληλη μέθοδος για αναστολή επιθετικότητας με εξωτερική επέμβαση είναι το άμεσο σταμάτημα των επιθετικών ενεργειών, απ’ όπου κι αν προέρχονται αυτές.
Στο οικογενειακό περιβάλλον, το πρότυπο της μαμάς και του μπαμπά είναι πολύ σημαντικό. Όταν οι ίδιοι οι γονείς δεν χειροδικούν αλλά ούτε και μιλούν άσχημα στο παιδί ή μεταξύ τους, έχει γίνει το πρώτο και βασικότατο βήμα για να μάθει το παιδί να είναι ήρεμο και λιγότερο πρόθυμο να συγκρουστεί.
Είναι κατανοητό, βέβαια, ότι στην καθημερινή ζωή δεν είναι πάντα εφικτό κάτι τέτοιο, γιατί οι προκλήσεις για διαμάχες και συγκρούσεις βρίσκονται παντού. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ενδείκνυται όλα τα μέλη της οικογένειας να γνωρίζουν τα όριά τους και να σέβονται ο ένας το χώρο του άλλου.
Το ότι ο μπαμπάς και η μαμά είναι οι “μεγάλοι” δεν σημαίνει ότι έχουν το δικαίωμα να γίνονται άδικοι, να μιλούν και να φέρονται σκληρά. Έχουν, όμως, την υποχρέωση να εξηγούν στο παιδί για ποιο λόγο το “όχι” παραμένει “όχι”, να επιβάλλουν κανόνες και, τέλος, να ζητούν συγγνώμη και να επανορθώνουν όταν η συμπεριφορά τους γίνεται άδικη ή όταν χάνουν τον έλεγχο.
Γενικά, ο συνδυασμός χαλαρής πειθαρχίας και εχθρικής στάσης εκ μέρους των δύο γονιών ή των δασκάλων έχει ως αποτέλεσμα μια έντονα επιθετική και δύσκολα ελεγχόμενη συμπεριφορά των παιδιών.
Όταν οι “μεγάλοι” αποδοκιμάζουν την επιθετικότητα αλλά τιμωρούν με σωματικές τιμωρίες ή με απειλές, εκδηλώνουν τη δική τους επιθετική συμπεριφορά, η οποία ενισχύει μη αποδεκτούς τρόπους συμπεριφοράς στο παιδί, αντί να τους καταστέλλει.
Δεν υπάρχουν “μαγικές συνταγές” για να αποτρέψουμε την επιθετικότητα. Η αποφυγή της βίας από μέρους μας είναι φυσικά σημαντικός παράγοντας, καθώς και η ενίσχυση των καλών τρόπων συμπεριφοράς.
Θυμάμαι, σε περιπτώσεις καβγάδων και επιθετικών συμπεριφορών, κρατούσα το παιδί για λίγη ώρα στην αγκαλιά μου για να ξεσπάσει και να ηρεμήσει, χωρίς να του μιλώ καν, απλά χαϊδεύοντας τα μαλλάκια του ή ταχταρίζοντάς το.
Ενώ ηρεμούσε σιγά σιγά, ήταν σε θέση να μου απαντήσει από μόνο του σε μικρές ερωτήσεις όπως “Πώς αισθάνεσαι τώρα;”, “Τι αισθάνθηκες και φέρθηκες έτσι;”, “Ήθελες να προκαλέσεις πόνο στο άλλο παιδί;”, “Πώς θα αντιδρούσες αν ένα παιδί σου φερόταν έτσι;”, “Τι μπορούμε να κάνουμε για να λύσουμε αυτό το πρόβλημα;”
Η καρδιά μας και η αγάπη που αισθανόμαστε δίνει πολλές φορές τις καλύτερες λύσεις, πολύ καλύτερες απ’ αυτές των βιβλίων.
Και να μην ξεχνάμε ποτέ ότι, όπως η επιθετικότητα, έτσι και η συμπόνια κι η αγάπη υπάρχουν μέσα στο παιδί, ίσως και σε μεγαλύτερο βαθμό μάλιστα, και είναι σε θέση να εκφράσει κι αυτά τα συναισθήματα, αρκεί να του δοθεί η ευκαιρία.
Απόσπασμα από το βιβλίο της Ελένης Γαρυφαλάκη “Πολλαπλή Νοημοσύνη” από τις εκδόσεις Διόπτρα