Πώς και γιατί αξίζει να αναπτύξουμε τη δύναμή μας απέναντι στη ντροπή

Πώς και γιατί αξίζει να αναπτύξουμε τη δύναμή μας απέναντι στη ντροπή

Η ντροπή έχει ανάγκη από τρία πράγματα για να απλωθεί ανεξέλεγκτα στη ζωή μας: τη μυστικότητα, τη σιωπή και την κριτική.

Όταν μας συμβεί κάτι ντροπιαστικό κι εμείς το κρατάμε μέσα μας σαν εφτασφράγιστο μυστικό, αυτό μεγαλώνει και κακοφορμίζει. Μας καταβροχθίζει ολόκληρους.

Είναι απαραίτητο να μοιραστούμε με κάποιον την εμπειρία μας.
Η ντροπή γεννιέται ανάμεσα στους ανθρώπους και γιατρεύεται ανάμεσα στους ανθρώπους.
Αν βρούμε κάποιον που έχει κερδίσει το δικαίωμα να γιατρέψει την ιστορία μας, είναι απαραίτητο να του την πούμε.
Η ντροπή χάνει τη δύναμή της όταν εκφράζεται ανοιχτά. Έτσι, για να απαλλαγούμε από αυτήν, χρειάζεται να πούμε την ιστορία μας, και για να πούμε την ιστορία μας χρειάζεται να αναπτύξουμε τη δύναμή μας απέναντι στην ντροπή.

Μετά από δέκα χρόνια έρευνας, διαπίστωσα ότι οι άνθρωποι με υψηλά επίπεδα δύναμης απέναντι στην ντροπή έχουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

1.Κατανοούν την ντροπή και αναγνωρίζουν τα μηνύματα και τις προσδοκίες που η ντροπή πυροδοτεί μέσα τους.
2.Ασκούν την κρίση και την επίγνωσή τους με το να ελέγχουν πόσο αληθινά μπορεί να είναι αυτά τα μηνύματα και οι προσδοκίες που μας λένε ότι το να είμαστε ατελείς σημαίνει ότι είμαστε ανεπαρκείς.
3.Βρίσκουν ανθρώπους που τους εμπιστεύονται και μοιράζονται μαζί τους την ιστορία τους.
4.Εκφράζονται ανοιχτά για την ντροπή – χρησιμοποιούν τη λέξη ντροπή, μιλούν για το πώς αισθάνονται και ζητούν αυτό που έχουν ανάγκη.

Όταν σκέφτομαι τους άντρες και τις γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνά μου και μου έλεγαν πόσο μεταμορφωτική είναι η δύναμη μιας ιστορίας που εκφράζεται – όλους εκείνους που αγκάλιαζαν και μοιράζονταν τις ιστορίες τους -, συνειδητοποιώ ότι είναι επίσης εκείνοι που έχουν αναπτύξει τη δύναμή τους απέναντι στην ντροπή.

Σε τι διαφέρει η ντροπή από την ενοχή;

Η πλειονότητα των ερευνητών και των κλινικών γιατρών που ασχολούνται με τη ντροπή συμφωνούν ότι η διαφορά ανάμεσα στη ντροπή και στην ενοχή γίνεται καλύτερα κατανοητή ως διαφορά ανάμεσα στο «Είμαι κακός» και στο «Έκανα κάτι κακό».

Ενοχή = Έκανα κάτι κακό.
Ντροπή = Είμαι κακός.

Η ντροπή αναφέρεται σε αυτό που ήμαστε, ενώ η ενοχή έχει να κάνει με τη συμπεριφορά μας.
Νιώθουμε ενοχή όταν κρίνουμε κάτι που κάναμε ή που δεν κάναμε σε σχέση με το ποιοι θέλουμε να είμαστε.
Είναι άβολο συναίσθημα, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να είναι και ωφέλιμο.
Πολύ συχνά, όταν ζητάμε συγνώμη ή επανορθώνουμε για κάτι που κάναμε, ή όταν αλλάζουμε μια συμπεριφορά που δεν μας αρέσει, το κίνητρο είναι η ενοχή. Είναι εξίσου δυναμική με την ντροπή, αλλά πολλές φορέςέχει θετική επίδραση, ενώ η επίδραση της ντροπής είνια συχνά καταστροφική.

Όταν βλέπουμε κάποιον να ζητάει συγνώμη, να επανορθώνει ή να αντικαθιστά μια αρνητική συμπεριφορά με μια θετική, το κίνητρο είναι η ενοχή και όχι η ντροπή. Και μάλιστα, διαπίστωσα μέσα από την έρευνά μου ότι η ντροπή διαβρώνει το μέρος μας εκείνο που πιστεύει ότι μπορούμε να αλλάξουμε και να τα καταφέρουμε καλύτερα.

Απόσπασμα από το βιβλίο της Brene Brown «Ευτυχώς, δεν είμαι τέλειος!» από τις εκδόσεις Η Δυναμική της Επιτυχίας

 

Ενδιαφέροντα σεμινάρια και μαθήματα