Λέγοντας «Μακάριοι οι φτωχοί, επειδή αυτοί θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού», δεν αλλάζει κανείς τη φτώχεια.
Εάν ήταν έτσι, μέσα σε αυτά τα δύο χιλιάδες χρόνια ο χριστιανισμός θα είχε εξαφανίσει τη φτώχεια. Η φτώχεια συνεχίζει να μεγαλώνει, οι ευλογημένοι αυξάνονται.
Στην πραγματικότητα, σε λίγο θα υπάρχουν τόσο πολλοί ευλογημένοι άνθρωποι, που στο Βασίλειο του Θεού – το οποίο μοιράζονται όλοι αυτοί οι ευλογημένοι άνθρωποι – θα είναι και πάλι φτωχοί. Κανένας από αυτούς δεν πρόκειται να πάρει μεγάλο μερίδιο. Και όλοι αυτοί οι μέτοχοι στη Βασιλεία του Θεού θα κάνουν και τον Θεό φτωχό. Θα είναι μια εταιρεία πτωχευμένων μετόχων.
Δύο χιλιάδες χρόνια διδασκαλίας…. Έχουν αλλάξει τη φύση της φτώχειας; Όχι.
Έχουν καταφέρει μόνο ένα πράγμα: να εξολοθρεύσουν το επαναστατικό πνεύμα των φτωχών. Η φτώχεια συνεχίζει να μεγαλώνει με αλματώδεις ρυθμούς.
Ένας δικηγόρος στάθηκε κάποτε στο χείλος μιας τάφρου όπου δούλευε μια ομάδα εργατών και ζήτησε τον Τίμοθι Ο’ Τουλ.
«Ποιος με ζητάει;» ρώτησε μια βαριά φωνή.
«Κύριε Ο’ Τουλ», ρώτησε ο δικηγόρος, «ήρθατε εδώ από το Κάσλμπαρ, τη κομητείας Μάγιο;»
«Ναι».
«Και η μητέρα σας λεγόταν Μπρίτζετ και ο πατέρας σας Μάικλ;»
«Ναι».
«Είναι καθήκον μου τότε», είπε ο δικηγόρος, «να σας πληροφορήσω, κ. Ο’ Τουλ, ότι η θεία σας Μαίρη πέθανε στην Αϊόβα, αφήνοντάς σας περιουσία αξίας 150.000 δολαρίων».
Μια σύντομη σιωπή απλώθηκε στην ομάδα και έπειτα ξέσπασε μια ζωηρή αναταραχή.
«Έρχεστε, κ. Ο’ Τουλ;» κάλεσε ο δικηγόρος τον άντρα.
«Σε ένα λεπτό», φώναξε εκνευρισμένος εκείνος, «θέλω να ρίξω ένα γερό χέρι ξύλο στον επιστάτη προτού φύγω».
Ο Ο’ Τουλ χρειάστηκε μόνο έξι μήνες ταραχώδους ζωής για να δαπανήσει και τα 150.000 δολάρια. Βασική επιδίωξή του ήταν να ικανοποιήσει την τεράστια δίψα του κληρονόμου. Μετά επέστρεψε στη δουλειά του. Εκεί, ο δικηγόρος τον αναζήτησε ξανά.
«Είναι ο θείος σας Πάτρικ αυτή τη φορά, κ. Ο’ Τουλ», εξήγησε ο δικηγόρος. «Πέθανε στο Τέξας και σας άφησε 80.000 δολάρια».
Ο Ο’ Τουλ ακούμπησε βαρύς πάνω στην τσάπα του και κούνησε το κεφάλι του με μεγάλη κούραση.
«Δεν νομίζω ότι μπορώ να τα δεχτώ», είπε. «Δεν είμαι τόσο δυνατός όσο ήμουν κάποτε, και αμφιβάλλω αν θα μπορέσω να επιβιώσω για να ξοδέψω και αυτά τα χρήματα».
Αυτό συνέβη και ση Δύση. Οι άνθρωποι στη Δύση κατάφεραν να αποκτήσουν όλη την αφθονία που η ανθρωπότητα λαχταρούσε ανά τους αιώνες. Η Δύση κατάφερε να γίνει πλούσια, και τώρα είναι κουρασμένη. Το ταξίδι έκλεψε την ψυχή της.
Στον εξωτερικό κόσμο όλα είναι διαθέσιμα, αλλά η επαφή με τον εσωτερικό κόσμο χάθηκε. Τώρα όλα όσα χρειάζεται κανείς είναι εκεί, αλλά το ανθρώπινο ον δεν υπάρχει πια. Τα υπάρχοντά του είναι εκεί, αλλά ο κύριός τους έχει εξαφανιστεί.
Έχει εμφανιστεί μια μεγάλη ανισορροπία. Ο πλούτος είναι εκεί, αλλά οι άνθρωποι δεν αισθάνονται καθόλου πλούσιοι. Αισθάνονται, αντίθετα, πολύ φτωχοί.
Σκεφτείτε αυτό τo παράδοξο: όταν είστε εξωτερικά πλούσιοι, μόνο τότε συνειδητοποιείτε την εσωτερική σας φτώχεια. Όταν είστε φτωχοί εξωτερικά, ποτέ δεν έχετε επίγνωση της εσωτερικής σας φτώχειας, επειδή δεν υπάρχει αντίθεση.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Osho «Το Βιβλίο της Κατανόησης» από τις εκδόσεις Διόπτρα