ΠΡΟΙΟΝΤΑ Ζέα ΑΓΡΟΚΤΗΜΑ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ
ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΟ ΔΙΚΟΚΚΟ ΣΙΤΑΡΙ
(«ζείδωρος»: «αυτός που δωρίζει ζωή»)
Μία ξεχασμένη εδώ και δεκαετίες καλλιέργεια σιταριού επιστρέφει δυναμικά στο προσκήνιο. Ο λόγος για το τετραπλοειδές δίκοκκο σιτάρι (προιόντα ζέα – Αντωνόπουλου) ένα σιτηρό με μεγάλη προϊστορία και καλλιέργεια στον ελλαδικό χώρο.
Αποτελεί το αρχαιότερο δημητριακό που είναι γνωστό στον άνθρωπο και ένα από τα παλαιότερα φυτά που καλλιεργήθηκαν στα Βαλκάνια και στην Αρχαία Ελλάδα, συγκεκριμένα ήδη από τη Νεολιθική εποχή. Από αρχαιολογικές ανασκαφές σε περιοχές στα νότια της Νεκρής Θάλασσας έχει γίνει εμφανής η χρήση του σιταριού αυτού ήδη εδώ και 17.000 χρόνια στην ανθρώπινη διατροφή. Η καλλιέργειά του ξεκίνησε το 7.500 π. Χ. στη Συρία, την Ιεριχώ και τη Μεσοποταμία.
Αποτελεί ένα από τα παλαιότερα φυτά που καλλιεργήθηκαν στα Βαλκάνια και στην Αρχαία Ελλάδα πριν από 6.000 χρόνια. Στην αρχαιότητα χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή ενός χυλού με αλεσμένο καρπό και νερό ή γάλα, αλλά και για την παραγωγή ενός είδους μπίρας. Για πολλούς αιώνες, δε, οι Ρωμαίοι το χρησιμοποιούσαν.
Σύμφωνα με τους ειδικούς θεωρείται ιδανικό για ήπιας μορφής και αειφόρα γεωργία. Προσαρμόζεται εύκολα σε άγονα εδάφη και η καλλιέργειά του είναι εφικτή ακόμη και σε πετρώδη εδάφη έως και 1.500 μ. υψόμετρο. Δεν χρειάζεται λιπάσματα και φυτοφάρμακα. Η μόνη δυσκολία του έγκειται στον αποχωρισμό των σπόρων από τα λέπυρά τους, που επιτελείται με ειδικά μηχανήματα. Τα τελευταία χρόνια άρχισε και πάλι να καλλιεργείταιλόγω των πολύτιμων ιδιοτήτων του.
Στη Μέση Ανατολή παρασκευάζουν πλιγούρι(«μπουλγκούρ») με αυτό. Στην Αιθιοπία το καταναλώνουν σε μορφή χυλού που γίνεται με γάλα ή νερό, αλλά και παρασκευάζουν με το αλεύρι του ένα ειδικό ψωμί («κιτά») που είναι εύγευστο και εύπεπτο. Καλλιεργείται σήμερα στις χώρες γύρω από τον Καύκασο, αλλά και στην Ισπανία, την Ελβετία, την πρώην Γιουγκοσλαβία, την Αυστρία, τη Γερμανία, σε μικρή έκταση στο Μαρόκο, στο Ιράκ, στις Ινδίες και στις ΗΠΑ, ενώ στην Αιθιοπία αποτελεί το 7% της καλλιεργημένης έκτασης με σιτάρι. Στην Ιταλία καλλιεργούνται περίπου 15.000 στρέμματα, στην Τουρκία περισσότερα από 100.000 στρέμματα και στο Βέλγιο 100.000 στρέμματα.
Είναι άριστη τροφή και με μεταποίηση δίνει υψηλής διατροφικής αξίας προϊόντα (ψωμί, ζυμαρικά, μπισκότα και άλλα αρτοσκευάσματα). Αποτελεί πρόγονο του σημερινού μαλακού σίτου, που εξελίχθηκε ως έχει για λόγους αύξησης της παραγόμενης σοδειάς. Η κύρια διαφορά της με αυτό είναι ότι η ζέα διαθέτει πιο απλή γενετική δομή, μη υβριδοποιημένη και μη αλλεργιογόνα, που δεν προάγει την παραγωγή γλουτένης και γλοιαδίνης.
Θεωρείται ένα από τα πιο υγιεινά και κατάλληλα για τον άνθρωπο δημητριακά, συνεισφέροντας ποικιλοτρόπως στη σωματική υγεία, τόσο σε στάδιο πρόληψης όσο και αντιμετώπισης νόσων (κοιλιοκάκη, σακχαρώδης διαβήτης τύπου II, ψωρίαση, κ.ά.). Αν και περιέχει γλουτένη, αυτή είναι σε μικρή ποσότητα και είναι ελάχιστα αλλεργιογόνος και πολύ εύπεπτη, και γίνεται ανεκτή από τα άτομα με δυσανεξία στη γλουτένη ή και κοιλιοκάκη.
Επίσης, περιέχει μεγάλες ποσότητες ανόργανων στοιχείων και κυρίως μαγνησίου (10-20 φορές περισσότερο από το κοινό σιτάρι), ιδιότητα που αντιμετωπίζει κράμπες, ενεργοποιεί ενζυματικές διαδικασίες μεταβολισμού και προσδίδει αντικαταθλιπτική δράση. Σημαντική, επίσης, είναι η περιεκτικότητά του σε βιταμίνες, κυρίως της ομάδας Β, καθώς και σε σάκχαρα βραδείας διάσπασης, που βοηθούν τη ρύθμιση της αιματικής γλυκόζης (συνίσταται και σε διαβήτη). Επίσης, περιέχει προβιταμίνη Α που ενεργεί στην καλή όραση και την πρόληψη της ξηροδερμίας, αλλά και βιταμίνη Ε, ισχυρό αντιοξειδωτικό.
Επιπροσθέτως, περιέχει περισσότερα πολυακόρεστα λιπίδια από το κοινό σιτάρι, που συγκρίνονται με αυτά που περιέχει το ελαιόλαδο. Πέραν τούτων, μειώνει τη χοληστερίνη, λόγω μεγάλης περιεκτικότητας σε φυτικές ίνες και σύνθετα αμινοξέα. Είναι πολύ πλούσιο σε πρωτεΐνες, που φθάνει στο 13-20% (σε αντίθεση με το κοινό σιτάρι που έχει 11-12%), και μάλιστα αυτές αποτελούνται από το σύνολο των απαραίτητων αμινοξέων (ενώ το κοινό σιτάρι δεν περιέχει τη λυσίνη). Μάλιστα, η λυσίνη ευθύνεται για την πεπτικότητα των πρωτεϊνών, ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα(καταστέλλει τις φλεγμονές και τα ένζυμα του καρκινικού κυττάρου) και είναι το βασικό στοιχείο στη βιοχημική εγκεφαλική λειτουργία. Για αυτό και ο Μέγας Αλέξανδρος έτρεφε με το δημητριακό αυτό την στρατιά του τόσο για λόγους σωματικής όσο και πνευματικής υγείας.
Το ψωμί των αρχαίων Ελλήνων παρασκευαζόταν από αλεύρι ζέα, ενώ το συγγενικό της (και σύγχρονό μας) σιτάρι αποτελούσε τότε τροφή ζώων. Η καλλιέργεια του δίκοκκου σιταριού σταμάτησε σταδιακά στην Ελλάδα γύρω στο 1928 (κατά κάποιους «μυστηριωδώς», ενώ κατά άλλους με νόμο του Βενιζέλου), και υποβιβάστηκε σε ζωοτροφή, συνάδοντας με ταυτόχρονη αλλαγή της περιγραφής του στα ελληνικά λεξικά. Μερικές από τις εξηγήσεις αυτής της μεταβολής αφορούν θέματα οικονομικών, ενώ άλλες έγκεινται στον έλεγχο του βιοτικού επιπέδου και συνεπακόλουθα της ικανότητας σκέψης των ανθρώπων (αφού τα προιόντα Ζέας θεωρούνται ότι απελευθερώνουν τις διανοητικές διαδικασίες, τη φαντασία και την εγρήγορση). Η επαναφορά των προιόντων Ζέας στο διατροφικό μενού των ανθρώπων ξεκίνησε από τη Γερμανία. Το Αγρόκτημα Αντωνοπούλου επανέφερε δε στα ελληνικά εδάφη το δημητριακό και έκτοτε χρησιμοποιεί υπεύθυνα, για την καλλιεργητική και μεταποιητική του μέθοδο, τη διασωθείσα μοναδική ελληνική ποικιλία του προϊστορικού δίκοκκου σιτηρού (triticum dicoccum).
Πρωινό Ευεξίας με Ζέα
Φουσκώνουμε ½ κούπα δίκοκκο σιτάρι σε 1 κούπα χλιαρό νερό για όλο το βράδυ.
Έπειτα, προσθέτουμε σε αυτό 2 κ. σούπας σκόνη αμυγδάλου, ξηρούς καρπούς σπασμένους, λιναρόσπορο, 1 κ. σούπας μέλι και βράζουμε για 15λεπτά.
Στη συνέχεια, προσθέτουμε επιπλέον 1 κ. σούπας corn-flourκαι πασπαλίζουμε με κανέλα.
Στο βρασμένο μίγμα, προσθέτουμε τέλος cranberries και αποξηραμένα βερίκοκα
Έχετε την ευκαιρία να ακούσετε πληροφορίες για το πολύτιμο αυτό δημητριακό αλλά και να γευτείτε ένα εξαιρετικό μενού φτιαγμένο εξ ολοκλήρου από ζέα στις 16 Οκτωβρίου, Παγκόσμια Ημέρα Διατροφής στο Cocktail Bar | Restaurant “MOMMY” Ενημερωθείτε ώστε να κάνετε έγκαιρα την κράτησή σας εδώ