Μια φορά ο Νασρεντίν – αυτός με τα χίλια πρόσωπα και τα χίλια επαγγέλματα – ήταν δικηγόρος. Είχε αναλάβει την υπεράσπιση των φτωχών, των περιθωριακών, αυτών που είχαν λιγότερα απ’όλους.
Όπως πάντα, ο Νασρεντίν ήξερε ελάχιστα ή τίποτα για τους γραπτούς νόμους, που εκείνη την εποχή χρησίμευαν συνήθως για να δικαιολογούν τις χειρότερες αδικίες. Αλλά χρησιμοποιούσε την εξυπνάδα και την κοινή λογική του για να ανατρέπει τις πιο δύσκολες κατηγορίες εναντίον των πελατών του και να καταφέρνει να επιβάλλει δικαιοσύνη.
Στο ξεκίνημα αυτού του παραμυθιού, ο ήρωάς μας έχει αναλάβει τη δύσκολη υπεράσπιση ενός φτωχού άντρα που, απελπισμένος από την πείνα της οικογένειάς του, έκλεψε δυο κότες από την κουζίνα του ιδιοκτήτη μιας φάρμας.
Πολλοί μάρτυρες τον είχαν δει να μπαίνει στο σπίτι του κατήγορου, να ξεσκεπάζει τις κατσαρόλες όπου είχαν αρχίσει να βράζουν τα κοτόπουλα, να τα κρύβει σ’ένα σακί από πατάτες και να ξεφεύγει τελικά από τον αγρό κατευθυνόμενος προς την καλύβα του, στα περίχωρα της πόλης.
Όταν έφτασαν οι φρουροί, από τις κότες έμεναν μόνο λίγα κόκαλα που τα σκυλιά – σκελετωμένα όπως και τα αφεντικά τους – ροκάνιζαν απελπισμένα.
Ο νόμος ήταν σαφής: ή πλήρωνες την αξία των κλοπιμαίων ή πήγαινες φυλακή για κλοπή. Η διάρκεια της καταδίκης ήταν ανάλογη της αξίας των κλοπιμαίων.
Ο πελάτης δεν είχε λεφτά να πληρώσει για τις κότες, γιατί «αν είχε, δεν θα τις έκλεβε», εξηγούσε ο Νασρεντίν στον διάδρομο, κι αυτό θα τον έστελνε στη φυλακή για τουλάχιστον τρεις εβδομάδες.
Οι δικηγόροι του κατήγορου είχαν αποφασίσει να χρησιμοποιήσουν την περίπτωση για παραδειγματισμό και, αδικώντας τον φτωχό άνθρωπο, ζητούσαν για αποζημίωση σαράντα ρουπίες (μια μικρή περιουσία) για τις δύο κότες.
Διαβάστε επίσης: Χόρχε Μπουκάι: Αφήνοντας πίσω αυτό που δεν υπάρχει πια
«Είναι παράλογο, κύριε δικαστά. Ακόμα κι αν ο πελάτης μου ομολογεί, μιας και δε μπορεί να το αρνηθεί ότι έκλεψε τις δύο κότες, δεν του αναλογεί να πληρώσει αυτό το ποσόν».
«Αποκλείεται, κύριε δικαστά. Είναι αλήθεια πως η ποινή μπορεί να μοιάζει υπερβολική, αλλά πρέπει να λάβετε υπόψη σας πως μία κότα δεν αξίζει μόνο για το κρέας της. Αυτές οι κότες, ειδικά, έκαναν τα περισσότερα αβγά για τον πελάτη μας. Έχουμε χαρτιά που μπορούν να αποδείξουν πως οποιαδήποτε κότα μπορεί να κάνει διακόσια αβγά το χρόνο, από τα οποία, ένα δέκα τοις εκατό μπορούν να γίνουν κοτοπουλάκια, τα οποία, φυσικά, θα γίνουν καινούργιες κότες. Η πραγματική ζημιά αυτής της κλοπής για το χρηματοκιβώτιο του ιδιοκτήτη είναι ανυπολόγιστη. Το περιορίσαμε στις σαράντα ρουπίες γιατί θελήσαμε να φανούμε καλοπροαίρετοι και λογικοί σε αυτήν τη δίκη».
Ο δικαστής, που όχι και τόσο παραδόξως έδειχνε μια κάποια ροπή υπέρ των πλουσίων όποτε έβρισκε την ευκαιρία, αποφάσισε ότι το επιχείρημα ευσταθούσε και καταδίκασε τον κατηγορούμενο να πληρώσει το ποσό που του ζητούσαν, ή να πάει φυλακή για δύο χρόνια.
Ο Νασρεντίν, μην μπορώντας να αλλάξει την πορεία των γεγονότων, ζήτησε από το δικαστήριο να του παραχωρηθεί χρόνος, για να πληρώσει το απαιτούμενο ποσό.
«Δεχόμαστε το αίτημά σου» είπαν οι αντίπαλοί του, «αν ο κατηγορούμενος μας εξηγήσει πού θα βρει τα λεφτά για την εξόφληση του χρέους του».
Ο Νασρεντίν είπε:
«Είναι αλήθεια πως ο πελάτης μου έκλεψε. Αλλά, ακολουθώντας τη συμβουλή μου κι έχοντας προβλέψει αυτήν την καταδίκη, έχει φυτέψει στον κήπο του σπιτιού του δύο ψωμιά. Το σχέδιό του είναι να περιμένει τα δύο ψωμιά να φυτρώσουν και να βγάλουν καρπούς, να πουλήσει το ψωμί που θα μαζέψει και με αυτά τα λεφτά να πληρώσει τις δύο κότες».
«Κύριοι», φώναξαν οι δικηγόροι, «ο Νασρεντίν μας κοροϊδεύει. Πώς γίνεται να περιμένουμε δύο ψωμιά να φυτρώσουν και να καρποφορήσουν άλλα ψωμιά, τα οποία θα πουληθούν; Αυτό είναι παράλογο. Από πού κι ως πού μπορεί ένα ψωμί να φυτρώσει;»
«Κύριοι», πήρε το λόγο ο Νασρεντίν, «αν αυτό το δικαστήριο δέχτηκε μόλις τώρα πως δύο βρασμένες κότες θα μπορούσαν να είχαν κάνει διακόσια αβγά και να είχαν και κοτοπουλάκια, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι και τα ψωμιά θα μπορέσουν να φυτρώσουν!»
Απόσπασμα από το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι «Βασίσου Πάνω Μου» από τις εκδόσεις opera/animus