Πλήθος ερευνών έχουν δείξει ότι το ελαιόλαδο, πλούσιο σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα και σε αντιοξειδωτικές ουσίες, προσφέρει προστασία κατά της στεφανιαίας νόσου και μειώνει τα επίπεδα της «κακής» χοληστερόλης (LDL), ενώ παράλληλα αυξάνει αυτά της «καλής» (HDL).
Με λίγα λόγια, στη μεσογειακή διατροφή τα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα αποτελούν το 15-20% των συνολικών ημερήσιων θερμίδων, τα πολυακόρεστα το 10-15%, ενώ τα κορεσμένα λιγότερο από το 10%. Έτσι, το συνολικό λίπος ανέρχεται στο 30-40% των συνολικών ημερήσιων θερμίδων.
Η ελιά είναι κατεξοχήν μεσογειακό φυτό. Ευδοκιμεί από την Ισπανία μέχρι και την Τουρκία. Από τις εύφορες κοιλάδες της Πελοποννήσου μέχρι τις αφιλόξενες ξερολιθιές της Μήλου.
Είναι το δέντρο που έχει συνδεθεί πιο στενά με τον ελλαδικό χώρο και με την έννοια του ελληνισμού. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μας. Η σημασία της ήταν τέτοια ώστε οι πόλεις-κράτη μάχονταν για το ποια ήταν αυτή που την καλλιέργησε πρώτη.
Εξού και ο μύθος σύμφωνα με τον οποίο η Αθηνά φύτεψε το πρώτο ελαιόδεντρο στην Αθήνα και δίδαξε την καλλιέργειά του.
Στην Ακρόπολη υπήρχε η ιερή ελιά της Αθηνάς, η πρώτη ελιά που η θεά χάρισε στους Έλληνες και στην Ακαδημία συναντάμε τις 12 ιερές ελιές, οι μορίαι και ο ιερός ελαιώνας από τον οποίο προερχόταν το λάδι το οποίο έδιναν ως έπαθλο στους νικητές των Παναθηναίων.
Ο Ιπποκράτης αποκαλεί το ελαιόλαδο «μεγάλο θεραπευτικό», ενώ ο Όμηρος το ονομάζει «χρυσό υγρό», επειδή πολλοί αρχαίοι Έλληνες ζούσαν από την καλλιέργειά του και τις ποικίλες χρήσεις του. Στον Ιπποκράτειο Κώδικα βρίσκουμε εκτενή αναφορά σε 60 φαρμακευτικές χρήσεις του.
Η ελιά καλλιεργήθηκε συστηματικά στην Κρήτη στη διάρκεια του μινωικού πολιτισμού, ενώ ευρήματα δείχνουν τη συστηματική καλλιέργειά της και στη μυκηναϊκή περίοδο σε διάφορα μέρη της Ελλάδας.
Υπάρχει μια εξαίρετη τοιχογραφία στο ανάκτορο της Κνωσού από τον 16ο π.Χ. αιώνα που απεικονίζει τη συλλογή ελιών με τη μέθοδο του ραπίσματος ενώ τα χρυσά ποτήρια από τον μυκηναϊκό τάφο του Βαφειού Λακωνίας είναι διακοσμημένα με παράσταση ελαιοδέντρων.
Μάλιστα, ήταν τόσο σημαντική για τον πληθυσμό της Κρήτης, που έγιναν σοβαρές προσπάθειες για να καλλιεργηθεί η αγριελιά, που ακόμη συναντάται σε δύσβατες περιοχές του νησιού.
Διαβάστε επίσης: 12 εκπληκτικές χρήσεις του ελαιόλαδου σε όλο το σπίτι
Στο Βυζάντιο, η θέση του ελαιόλαδου ισχυροποιήθηκε. Δημιουργήθηκαν ολιγοπώλια, με επικεφαλής τα μοναστήρια, τα οποία είχαν μοναδικό σκοπό την παραγωγή ελαιόλαδου για εξαγωγή στις χώρες της βόρειας Ευρώπης. Εκεί δεν το έτρωγαν αλλά το χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή σαπουνιού. Το διατροφικό υποκατάστατό του ήταν το βούτυρο. Την περίοδο της Τουρκοκρατίας, το ελαιόλαδο έγινε μία από τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στους κατακτητές και τους υποδούλους.
Οι Τούρκοι προτιμούσαν το λίπος του προβάτου, ενώ οι ραγιάδες το ελαιόλαδο, το οποίο και κατείχε κεντρική θέση στις λατρευτικές παραδόσεις της ορθοδοξίας· αρκεί να σκεφτούμε ότι λαδώνουμε το παιδί στη βάπτιση.
Και μετά την Τουρκοκρατία, όμως, η ελιά συνέχισε να παίζει ουσιώδη ρόλο στα τεκταινόμενα στον ελλαδικό χώρο. Στην Επανάσταση του ’21, ο σουλτάνος έστειλε 1.000 Αιγυπτίους για να κάψουν και να ρημάξουν ελαιώνες στην Πελοπόννησο, με σκοπό να δυσκολέψουν τις συνθήκες διαβίωσης των ντόπιων πληθυσμών.
Σήμερα, με την άνθιση της σύγχρονης διατροφικής επιστήμης, αναγνωρίζεται ο ρόλος του στην υγεία ως συνδετικού ιστού της μεσογειακής διατροφής, για την οποία έχει αποδειχτεί από πολλές μελέτες ότι είναι η πιο υγιεινή διατροφή του πλανήτη. Δεν είναι τυχαίο ότι σε όλο τον κόσμο παρατηρείται σημαντική στροφή προς το ελαιόλαδο.
Απόσπασμα από το βιβλίο της Άννας Μαρίας Παπίρη «Η Δίαιτα… Αλλιώς!» από τις εκδόσεις Οξύ