Λίγα ιστορικά μνημεία δοξάστηκαν στον κόσμο όσο αυτό της Σφίγγας στην Αίγυπτο. Για περισσότερες από τέσσερις χιλιετίες στέκεται αγέρωχη στην έρημο της Γκίζας, ατενίζοντας στο πέρασμα του χρόνου και ακούγοντας τις ευχές, τα τάματα και τις επιθυμίες του λαού.
Η ιστορία του μνημείου ξεκινάει λίγο μετά το θάνατο του μεγάλου φαραώ Χέοπα, όταν στο θρόνο ανέβηκε ο Χεφρήν. Το χτίσιμο μιας πυραμίδας ήταν έργο ζωής και ξεκινούσε από τη στιγμή που ο νέος φαραώ αναλάμβανε τα καθήκοντά του.
Ο Χεφρήν αποφάσισε να φτιάξει το νεκρικό του μνημείο στο ίδιο σημείο που είχε χτίσει το δικό του και ο προκάτοχός του, και αυτό επειδή στο σημείο εκείνο είχε περισσέψει από το προηγούμενο έργο ένας βραχώδης όγκος περίπου διακοσίων μέτρων και ύψους πάνω από είκοσι.
Οι αρχιτέκτονες του παλατιού συμβούλεψαν το νέο φαραώ ότι συνέφερε πολύ περισσότερο να σμιλέψουν την πέτρα παρά να τη μεταφέρουν αλλού. Πράγματι, με την προσθήκη ασβεστόλιθου όπου χρειάστηκε, δημιουργήθηκε ένα αναδιπλωμένο λιοντάρι με ανθρώπινη μορφή. Στο κεφάλι του δόθηκαν τα χαρακτηριστικά του προσώπου του Χεφρήνα.
Οι διαστάσεις της Σφίγγας είναι εντυπωσιακές: Μήκος 57 μέτρα, ύψος 20,10 μέτρα, πλάτος προσώπου 4,10 μέτρα. Η μύτη έχει μήκος 1,37 μέτρα και τα αυτιά 1,70.
Αντιθέτως με την ελληνική Σφίγγα, η αιγυπτιακή είναι γένους αρσενικού και συμβολίζει τον αμείλικτο τρόπο με τον οποίο ένας φαραώ αντιμετωπίζει τους εχθρούς του θρόνου, που τους συντρίβει κάτω από τα πόδια του και τους κατασπαράσσει με τα νύχια του. Η μοναδικότητα αυτού του θαύματος της αιγυπτιακής αρχιτεκτονικής είναι ότι στο πέρασμα των χρόνων το ίδιο το μνημείο θεοποιήθηκε.
Περίπου χίλια χρόνια μετά την κατασκευή της, την εποχή της δέκατης όγδοης δυναστείας, της αποδόθηκε η ιδιότητα του θεού ήλιου.
Η Σφίγγα είχε χάσει πλέον τη σχέση της με το φαραώ Χεφρήνα και θεωρήθηκε η ενσάρκωση του Χαρμάκη. Λίγες δεκαετίες αργότερα, η Σφίγγα παρομοιάστηκε με το σημιτικής προέλευσης θεό του πολέμου Χουρούν. Είχε γίνει πια μια νέα θεότητα που πρέσβευε τις δικές της αξίες.
Διαβάστε επίσης: Φρίντα Κάλο: Φράσεις που άφησαν ιστορία
Την εποχή εκείνη, εκτός από μερικούς εκλεκτούς της Αυλής, ο απλός λαός δεν είχε δικαίωμα εισόδου στους ναούς. Η Σφίγγα, σε αντίθεση με άλλα μνημεία, δεν ήταν κρυμμένη στα άδυτα ενός ναού, αντιθέτως ήταν ορατή από τους πάντες.
Έτσι, οι πιστοί και οι προσκυνητές μπορούσαν να συρρέουν στο μνημείο και να εναποθέτουν στους τοίχους του ιερού περιβόλου τις μικρές πέτρινες στήλες στις οποίες είχαν χαράξει τις προσευχές τους και τα τάματά τους.
Ο απλός λαός της Αιγύπτου έδωσε στο μνημείο την ιδιότητα του προστάτη των αδυνάτων και ανυπεράσπιστων. Στις σωζόμενες στήλες από τους αρχαιολόγους απεικονίζονται άνδρες και γυναίκες όρθιοι, γονατιστοί ή ξαπλωμένοι σε στάση λατρευτική, που προσφέρουν τάματα, δώρα και λουλούδια στη Σφίγγα. Οι προσκυνητές δε ζητούσαν κάτι παραπάνω από αυτό που ζητάει σήμερα ένας απλός άνθρωπος: δύναμη, υγεία, γνώση, μακροζωία, ειρηνικά γεράματα και μια καλή ταφή…
«Κάνε να βρω μια καλή ταφή μετά τα γεράματά μου, βοήθησέ με να φτάσω στη νεκρόπολη των εκλεκτών, όπως όλοι οι δίκαιοι…. Δώσε μου γνώση, χάρη και αγάπη… κάνε με να βλέπω μέσα στα σκοτάδια που δημιουργείς εσύ, φώτισε τα μάτια μου….» διαβάζουν σήμερα οι αρχαιολόγοι.
Η Σφίγγα που πλέον η ηλικία της έχει ξεπεράσει τα 4.660 χρόνια, είχε καταφέρει, από σύμβολο δύναμης και απλού φύλακα της σορού του Χεφρήνος, να μπει στο πάνθεον των Αιγύπτιων θεών.
Έγινε μια θεότητα με τη δική της πολιτιστική παράδοση, τους δικούς της μύθους, τους δικούς της θρύλους και πρέσβευε αξίες παρόμοιες με εκείνες που πρέσβευαν γνωστοί θεοί, που λατρεύονταν από αιώνες.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Δημήτρη Καμπουράκη «Μια Σταγόνα Ιστορίας Μέρος 2ο» από τις εκδόσεις Πατάκη