Σε μια επιχειρηματική συνάντηση τον Ιανουάριο του 1924, ο πατήρ Χάουαρντ Χιουζ, επιτυχημένος εφευρέτης και μεγιστάνας της βιομηχανίας κατασκευής εργαλείων, σηκώθηκε, έκανε κάποιες σπασμωδικές κινήσεις και πέθανε από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 54 ετών.
Ο γιος του, Χάουαρντ Χιουζ ο νεότερος, ένα ήσυχο, συγκρατημένο και χαϊδεμένο αγόρι μόλις 18 ετών, κληρονόμησε τα τρία τέταρτα της εταιρείας του πατέρα του, η οποία κατείχε σημαντικές άδειες εξόρυξης πετρελαίου αξίας σχεδόν ενός εκατομμυρίου δολαρίων. Οι υπόλοιπες μετοχές κληροδοτήθηκαν σε άλλα μέλη της οικογένειας.
Με μια ενέργεια σχεδόν ασύλληπτης προνοητικότητας, ο νεαρός Χιουζ, τον οποίο πολλοί έβλεπαν ως ένα κακομαθημένο μικρό αγόρι, πήρε την απόφαση να εξαγοράσει το μερίδιο των συγγενών του και να ελέγχει ο ίδιος την εταιρεία στο σύνολό της.
Παρά τις αντιρρήσεις τους και ενώ νομικά θεωρούνταν ακόμα ανήλικος, ο Χιουζ χρησιμοποίησε ως μοχλό την προσωπική του περιουσία και σχεδόν όλους τους πόρους της εταιρείας για να αγοράσει τις μετοχές. Με αυτή του την κίνηση έγινε ο απόλυτος ιδιοκτήτης μιας εταιρείας που θα απέφερε κέρδη δισεκατομμυρίων δολαρίων κατά τον επόμενο αιώνα.
Ήταν μια τολμηρή κίνηση από έναν νεαρό με ουσιαστικά μηδενική εμπειρία στις επιχειρήσεις. Με ανάλογη τολμηρότητα στη συνέχεια της καριέρας του θα διέγραφε μία από τις πιο ντροπιαστικές, πολυέξοδες και ανέντιμες τροχιές στην ιστορία των επιχειρήσεων.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Χιουζ ήταν χαρισματικός, οραματιστής και ευφυής. Ήταν πράγματι. Μια ιδιοφυΐα της μηχανολογίας και ένας από τους καλύτερους και πιο θαρραλέους πιλότους κατά τις πρώτες μέρες της αεροπορίας. Επιπλέον, ως επιχειρηματίας και δημιουργός ταινιών είχε την ικανότητα να προβλέπει τις ευρείες, σαρωτικές αλλαγές που μεταμόρφωσαν όχι μόνο τις βιομηχανίες στις οποίες εμπλεκόταν ο ίδιος, αλλά ολόκληρη η Αμερική.
Αν όμως διαχωρίσουμε την οξύνοιά του από τον μύθο, την αίγλη και την αυτοπροβολή του, στα οποία ήταν τόσο ικανός, θα δούμε ότι αυτό που απομένει είναι η εικόνα ενός εγωμανούς ανθρώπου που ξόδεψε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια από την περιουσία του και είχε ένα θλιβερό, αρρωστημένο τέλος. Όχι λόγω ατυχήματος, όχι επειδή χτυπήθηκε από απρόβλεπτες καταστάσεις ή από τον ανταγωνισμό, αλλά σχεδόν αποκλειστικά εξαιτίας των δικών του πράξεων.
Αφού εξαγόρασε τις μετοχές της εταιρείας του πατέρα του από την υπόλοιπη οικογένεια, ο Χιουζ την εγκατέλειψε σχεδόν αμέσως, και ασχολούνταν μαζί της μόνο για να απορροφά τα κέρδη της.
Έφυγε από το Χιούστον και δεν ξαναπάτησε ποτέ το πόδι του στα γραφεία της εταιρείας. Μετακόμισε στο Λος Άντζελες, όπου αποφάσισε να γίνει παραγωγός ταινιών και διασημότητα.
Αγόραζε και πουλούσε μετοχές ξαπλωμένος στο κρεβάτι του, χάνοντας πάνω από οκτώ εκατομμύρια δολάρια στο χρηματιστήριο έως τη Μεγάλη Ύφεση.
Στη συνέχεια τα άφησε όλα στην άκρη για να μπει στο χώρο των επιχειρήσεων της αεροπορίας, δημιουργώντας μια εταιρεία αναδοχής αμυντικών αεροπλάνων. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος σημείωνε κάποια εκπληκτικά προσωπικά επιτεύγματα ως εφευρέτης, η εταιρεία του ήταν μια αποτυχία.
Αργότερα, παίρνοντας την απόφαση να αυξήσει στο διπλάσιο τη συμμετοχή του στη βιομηχανία του θεάματος, ο Χιουζ αγόρασε το κινηματογραφικό στούντιο RKO και έγραψε απώλειες άνω των 22 εκατομμυρίων δολαρίων.
Έχοντας ακόμα στα χέρια του την εταιρεία κατασκευής εργαλείων, πέτυχε να πάρει αμυντικά συμβόλαια, την εκτέλεση των οποίων ανέθεσε σε συνεργάτες του. Χάρη σε αυτή την απουσία του, η εταιρεία άρχισε σιγά σιγά να ανθίζει και πάλι…
Θα είχε κάποιο νόημα αν σταματούσε εκεί και δεν το παράκανε – αλλά υπήρχε ο κίνδυνος να γίνουν σοβαρές αποκαλύψεις όπως: η τεράστια φοροδιαφυγή του, τα αεροπορικά δυστυχήματα και τα μοιραία τροχαία, τα εκατομμύρια που σπατάλησε σε ιδιωτικούς ντετέκτιβ, δικηγόρους, συμβόλαια με στάρλετ που στη συνέχεια αρνιόταν να αφήσει να παίξουν, σε σπίτια στα οποία δεν έμεινε ποτέ, το γεγονός ότι το μόνο πράγμα που τον ανάγκασε να συμπεριφερθεί υπεύθυνα ήταν η απειλή της δημόσιας έκθεσής του, η παράνοια, ο ρατσισμός και οι εκφοβισμοί, οι αποτυχημένοι γάμοι, ο εθισμός στα ναρκωτικά και δεκάδες άλλα εγχειρήματα και επιχειρήσεις που διαχειρίστηκε με λάθος τρόπο.
Ο Χάουαρντ Χιουζ, όπως όλοι μας, δεν ήταν απόλυτα τρελός, ούτε απόλυτα γνωστικός. Το Εγώ του, τροφοδοτούμενο και καταπονημένο από σωματικούς τραυματισμούς (κυρίως από αεροπορικά και αυτοκινητικά ατυχήματα για τα οποία ευθυνόταν ο ίδιος) και από διάφορους εθισμούς, τον οδήγησε σε ένα σκοτάδι που ελάχιστα μπορούμε να κατανοήσουμε.
Υπήρχαν σύντομες στιγμές διαύγειας, όταν το κοφτερό μυαλό του κατάφερνε να βγει στην επιφάνεια – στιγμές που έκανε μερικές από τις καλύτερες κινήσεις του. Όσο μεγάλωνε όμως, οι στιγμές αυτές γίνονταν όλο και πιο σπάνιες.
Στο τέλος το Εγώ σκότωσε τον Χάουαρντ Χιουζ όσο τον σκότωσαν η μανία και οι τραυματικές του εμπειρίες – αν και τα παραπάνω είναι αδιαχώριστα.
Ο Χάουαρντ Χιουζ, όπως τόσοι άλλοι πλούσιοι άνθρωποι, πέθανε μέσα σε ένα άσυλο που έφτιαξε ο ίδιος. Δεν ένιωσε πολλή χαρά στη ζωή του. Απόλαυσε ελάχιστα, σχεδόν τίποτα, από αυτά που είχε. Κυρίως όμως σπατάλησε. Σπατάλησε πάρα πολύ ταλέντο, άφθονο κουράγιο και τεράστια αποθέματα ενέργειας.
Χωρίς αρετή και παιδεία, έλεγε ο Αριστοτέλης, “είναι δύσκολο να διαχειριστεί κανείς σωστά τα αποτελέσματα της καλής τύχης”.
Η επιτυχία είναι μεθυστική, αλλά για να τη διατηρήσει κανείς απαιτείται νηφαλιότητα. Δεν γίνεται να συνεχίσουμε να μαθαίνουμε αν πιστεύουμε ότι τα ξέρουμε όλα.
Δεν γίνεται να υποπίπτουμε σε μύθους που έχουμε φτιάξει μόνοι μας ή στον θόρυβο και στις φλυαρίες του έξω κόσμου.
Οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι είμαστε μόνο ένα μικρό κομμάτι ενός διασυνδεδεμένου σύμπαντος.
Πάνω απ’ όλα αυτά, χρειάζεται να δημιουργήσουμε μια οργάνωση και ένα σύστημα σε σχέση με το τι κάνουμε – κάτι που να σχετίζεται με το έργο και όχι με εμάς.
Η ετυμηγορία του Χιουζ είναι απλή. Το Εγώ τον καταρράκωσε. Μια παρόμοια κρίση περιμένει όλους μας σε κάποιο σημείο.
Στην πορεία της δικής σας καριέρας θα έρθετε αντιμέτωποι με τις επιλογές τις οποίες συνάντησε κι εκείνος – τις οποίες όλοι οι άνθρωποι συναντούν μπροστά τους.
Είτε χτίσατε την αυτοκρατορία σας από το μηδέν είτε την κληρονομήσατε, είτε ο πλούτος σας είναι χρηματικός είτε απλώς ένα καλλιεργημένο ταλέντο, η εντροπία αναζητά τρόπους να το καταστρέψει τη στιγμή που διαβάζετε αυτές τις γραμμές.
Μπορείτε να χειριστείτε την επιτυχία; Ή θα είναι το χειρότερο πράγμα που σας συνέβη ποτέ;
Απόσπασμα από το βιβλίο του Ryan Holiday “Το Εγώ είναι ο εχθρός” από τις εκδόσεις Πεδίο