Μερικές φορές η εσωτερική καθοδήγηση εμφανίζεται τελείως απρόσκλητη. Όπως μια νύχτα που ανησυχούσα για τη νεογέννητη κόρη μου που είχε ανεβάσει 40 πυρετό. Περπατούσα πάνω – κάτω μέσα στο δωμάτιο με την Τάσμαν στην αγκαλιά μου, τρελή από ανησυχία, χωρίς να ξέρω πώς να σταματήσω τον υψηλό πυρετό.
Ξαφνικά, άκουσα μέσα στο νου μου μία φωνή με απίστευτη διαύγεια. Μου είπε “Δεν σου έδωσα αυτό το μεγάλο δώρο μόνο και μόνο για να σου το ξαναπάρω”. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι όλα θα πήγαιναν καλά.
Μερικές φορές η εσωτερική μας καθοδήγηση μας δίνει πολύ ξεκάθαρα μηνύματα. Η φίλη μου η Νταρλίν είχε ένα όραμα που της φάνηκε τελείως ανόητο. Αισθάνθηκε την εσωτερική της καθοδήγηση να την ωθεί να κάνει αίτηση για τη θέση της μουσικής διευθύντριας της εκκλησίας της στη Βόρεια Καρολίνα.
Όλα καλά και ωραία, αλλά με μία μικρή διαφορά: Δεν είχε καμία μουσική παιδεία. Ήξερε μόνο να παίζει άλτο σαξόφωνο, και αυτό άσχημα. Ναι, της άρεσε να τραγουδά, αλλά το να σου αρέσει να τραγουδάς και το να συντονίζεις μία ορχήστρα με χορωδία είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα.
Έκανε, λοιπόν, το ακόλουθο παζάρι με την εσωτερική τη καθοδήγηση: Αν θέλεις πραγματικά να γίνω μουσική διευθύντρια, φρόντισε να συναντήσω τον εφημέριο, την οργανίστρια ή τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου της εκκλησίας μέχρι το βράδυ σήμερα. Ήταν Δευτέρα και η εκκλησία θα έμενε κλειστή όλη την εβδομάδα, κι έτσι πίστευε ότι με τον όρο που έθεσε δεν θα χρειαζόταν να ασχοληθεί άλλο με αυτή την παράξενη ιδέα.
Η ίδια δούλευε όλη τη μέρα, και οι πιθανότητες να συναντήσει ένα από αυτά τα τρία άτομα στη γειτονιά της ήταν μηδαμινές.
Επιστρέφοντας σπίτι από τη δουλειά, σταμάτησε να ψωνίσει στο σουπερμάρκετ. Μόλις πλησίασε στην ουρά στο ταμείο, άκουσε μία φωνή: “Γεια σου, Νταρλίν. Πώς από δω;” Ήταν η φωνή της Μαίρης Τζένκινς, της προέδρου του διοικητικού συμβουλίου, που περίμενε στην ουρά πριν τη Νταρλίν.
Δυστυχώς, οι περισσότεροι από εμάς περιορίζουμε την καθοδήγηση την οποία αφήνουμε να μας αγγίξει. Οι νευρωνικές διαδρομές μας λένε “Όχι σ’ εμένα, δεν είμαι εγώ για τέτοια”.
Πρέπει να είναι μεγάλο πρόβλημα για την εσωτερική μας καθοδήγηση. Πώς θα νιώθατε αν κάποιος σας έκανε μία ερώτηση και μετά σας γύριζε την πλάτη και αγνοούσε ό,τι του λέγατε; Κάνουμε σαν πεντάχρονα, κλείνουμε τα αυτιά μας με τα χέρια και φωνάζουμε “λα-λα-λα-λα-λα”.
Όταν χτυπά το τηλέφωνο, προφανώς δεν το σηκώνετε και αμέσως μετά μιλάτε δυνατά. Λέτε πρώτα “Εμπρός” και ακούτε τι έχει να πει ο άλλος. Εδώ κατηγορούμε την ανώτερη δύναμη ότι δεν μας δίνει ξεκάθαρη καθοδήγηση, και εμείς είμαστε αυτοί που κατεβάζουμε το ακουστικό.
Όταν ο Νιλ Ντόναλντ Ουόλς κάθισε για πρώτη φορά με ένα στυλό στο χέρι και μερικές δύσκολες ερωτήσεις στην καρδιά, σοκαρίστηκε άσχημα όταν μία φωνή που θεώρησε ότι ήταν ο Θεός του απάντησε: “Θέλεις πραγματικά να μάθεις την απάντηση; Ή απλώς γκρινιάζεις;”
Ο Ουόλς αποφάσισε, κάπως απρόθυμα, να συνεχίσει το διάλογο. “Εδώ που τα λέμε, και τα δύο”, είπε. “Αλλά αν έχεις απαντήσεις, πολύ θα ήθελα να τις ακούσω”.
Πώς μας ήρθε αυτή η ανόητη ιδέα ότι η εσωτερική καθοδήγηση περιορίζεται μόνο σε λίγους τυχερούς; Σε μεγάλο βαθμό, οφείλεται στους μύθους που πιστεύουμε για το Θεό. Ότι είναι μυστηριώδης και απαντά σε κλήσεις μόνο τις Κυριακές.
Εκείνο που δεν αναφέρουν αυτοί οι μύθοι είναι ότι η εσωτερική μας καθοδήγηση είναι αξιόπιστη και πάντοτε διαθέσιμη. Μας απαντά κάθε φορά που επιλέγουμε να ακούσουμε, όπως και το CNN εκπέμπει κάθε φορά που αποφασίζουμε να ανοίξουμε την τηλεόραση.
Τόσο αξιόπιστη είναι. Και είστε ελεύθεροι να τη φέρετε σε δύσκολη θέση, να απαιτήσετε ξεκάθαρες απαντήσεις. Τώρα.
Απόσπασμα από το βιβλίο της Pam Grout “E2” από τις εκδόσεις Διόπτρα