Κοινωνική φοβία και κοινωνικό άγχος – Αίτια και αντιμετώπιση

Κοινωνική φοβία και κοινωνικό άγχος - Αίτια και αντιμετώπιση

Η βασική αιτία που κάποιος φοβάται και αγχώνεται όταν βρίσκεται με άλλους ανθρώπους είναι οι σκέψεις αυτοκριτικής.
Είναι το “είμαι” που συνοδεύεται από σκέψεις αμφιβολίας (“είμαι αρεστός; είμαι σωστός;”), σκέψεις κατωτερότητας (“αν δεν είχα αυτό το ελάττωμα θα ήμουν καλύτερος”) και ενοχικές σκέψεις (“δεν ήταν σωστό αυτό που είπα ή έκανα, άρα δεν είμαι αρκετά καλός”).

Αν υπήρχε η δυνατότητα να αφαιρέσει κάποιος τον εσωτερικό κριτή από το κεφάλι του (δηλαδή το σύνολο των σκέψεων αυτοκριτικής και αυτοαπόρριψης), το κοινωνικό άγχος θα εξαφανιζόταν. Αν απλώς αφήναμε το σύστημά μας σώμα-νους να κάνει αυτό που είναι να κάνει και να πει αυτό που είναι να πει, χωρίς να παρεμβαίνει μια φανταστική ταυτότητα με σκέψεις αμφιβολίας, κατωτερότητας και ενοχών, δεν θα υπήρχε τίποτα μέσα μας που να συνέχιζε να δημιουργεί φόβο και άγχος.

Με άλλα λόγια, οι ίδιες οι σκέψεις δημιουργούν το πρόβλημα. Δεν υπάρχει κάποιος ή κάτι μέσα μας που να αισθάνεται φόβο ή άγχος. Λέμε “αγχώνομαι”, επειδή ταυτιζόμαστε με το συναίσθημα. Λέμε “σκέφτομαι αρνητικά”, επειδή ταυτιζόμαστε με τις σκέψεις. Αλλά τόσο οι σκέψεις, όσο και τα συναισθήματα, εμφανίζονται από μόνα τους, αυτόματα, επειδή έχουν εμφανιστεί κι άλλες φορές στο παρελθόν.

Όπως και στην περίπτωση του άγχους, έτσι και στην κοινωνική φοβία και το κοινωνικό άγχος, αυτού του είδους οι σκέψεις αναπτύσσονται συνήθως για πρώτη φορά μέσα στην οικογένεια. Όταν το περιβάλλον δεν είναι δεκτικό απέναντι στον αυθορμητισμό, όταν κυριαρχεί η κριτική και το δίπολο “σωστό ή λάθος”, τότε ο νους προγραμματίζεται μ’ αυτόν τον τρόπο και μαθαίνει ότι ο αυθορμητισμός και η ελευθερία έκφρασης του συστήματος σώμα-νους, είναι πράγματα δευτερεύουσας σημασίας.

Αναπτύσσεται ανεπίγνωστα η συνήθεια της κριτικής, που συνδέει λανθασμένα την ασφάλεια του ατόμου με το τι κρίνεται ως σωστό ή λάθος, καλό ή κακό, επιτρεπτό ή απαγορευμένο από το οικογενειακό περιβάλλον. Και ενώ δεν υπάρχει σωστός, λάθος, καλός ή κακός αυθορμητισμός, η κριτική δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι υπάρχουν σωστοί, λάθος, καλοί ή κακοί τρόποι έκφρασης.

Με το χρόνο, η κριτική που προέρχεται από το περιβάλλον μετατρέπεται σε αυτοκριτική και γίνεται η επικρατούσα πραγματικότητα, σε σημείο που χάνει κανείς την επαφή με τον φυσικό αυθορμητισμό του σώματος, τη συναισθηματική έκφραση και την ασφάλεια του να είναι έτσι όπως είναι. Χάνει δηλαδή την επαφή με τη σοφία του σώματος και την αρμονία της ζωής για χάρη κάποιων σκέψεων και κυριαρχεί η εικονική πραγματικότητα που ορίζει ο νους σύμφωνα με τον προγραμματισμό του.

Όλα τα στοιχεία που δημιουργούν ένα σύμπτωμα ανήκουν στο παρελθόν και είναι ανεπίγνωστα. Η θεραπεία όμως απαιτεί την υπέρβαση και την αποταύτιση από το παρελθόν.
Η μεγάλη πρόκληση είναι να νιώσει κάποιος ξανά ασφαλής με τον φυσικό αυθορμητισμό του σώματος. Δηλαδή, να πάψουν να εμφανίζονται οι αρνητικές σκέψεις γύρω από έναν φανταστικό εαυτό που δεν είναι καλός ή επαρκής έτσι όπως είναι. Ή, αν εμφανίζονται τέτοιες σκέψεις, τουλάχιστον να μην έχουν τη δύναμη να επισκιάσουν εντελώς την επίγνωση.

Η αλλαγή επέρχεται με την παρατήρηση και την αποταύτιση από τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τα όποια άλλα συμπτώματα εμφανίζονται. Μ’ αυτόν τον τρόπο διαλύεται η ταύτιση, δηλαδή δεν εγκλωβιζόμαστε πια μέσα στο σύμπτωμα και δεν χρησιμοποιούμε το σύμπτωμα για να διαμορφώσουμε ποιοτικά την ταυτότητά μας.

Είναι πολύ σημαντικό όταν παρατηρούμε π.χ. το συναίσθημα του φόβου, να το αναγνωρίζουμε ως συναίσθημα και να μην το κάνουμε ταυτότητα, να μην το κάνουμε Εγώ – “φοβάμαι, άρα έχω κάποιο πρόβλημα, δεν είμαι καλός, είμαι κατώτερος ή χειρότερος των άλλων”.

Οι ερωτήσεις που πρέπει να θέσουμε είναι: “Ποιος φοβάται; Πού είναι ο εαυτός ή η ταυτότητα που φοβάται; “.

Δεν υπάρχει αυτός ο εαυτός. Υπάρχει μόνο το σώμα, το οποίο δεν έχει ταυτότητα, και επαναλαμβάνει για πολλοστή φορά κάποιες σκέψεις και κάποια συναισθήματα.
Λαμβάνοντας συνειδητά επίγνωση αυτού του γεγονότος, στρέφουμε μετά την προσοχή μας σε ό,τι κάνει το σώμα στο παρόν. Το παρατηρούμε και το αφήνουμε να λειτουργήσει όπως αυτό ξέρει να λειτουργεί.

Απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκου Μπάτρα “Επίγνωση” από τις εκδόσεις iwrite.gr

Ενδιαφέροντα σεμινάρια και μαθήματα