Τα όριά μας είναι αυτό το κομμάτι του εαυτού μας που μας βοηθά να νιώθουμε ασφάλεια και, συνάμα να προάγουμε την ελευθερία μας. Πολλές φορές χρησιμοποιούμε όρια τα οποία μας έχουν υποδείξει κηδεμόνες και πολιτεία μα η πραγματική ωρίμανση φαίνεται από το πόσο γνώστες και χρήστες είμαστε των δικών μας ορίων. Τα πιο ακλόνητα όρια είναι αυτά που εδραιώνονται εκ των έσω.
Η ισορροπία των ορίων δημιουργεί αυτή την αίσθηση της εσωτερικής δύναμης, της γείωσης, αλλά και της υψηλής προοπτικής της ζωής μας. Αν δεν έχουμε δυνατά όρια και παραβιάζονται εύκολα τότε νιώθουμε ανασφαλής. Αν όμως τα όριά μας είναι αδιαπέραστα περισσότερο απ’ όσο έχουμε ανάγκη, τότε μια αίσθηση εγκλωβισμού μας δημιουργεί εμπειρίες απομόνωσης.
Είμαστε προικισμένοι από την ανθρώπινη φύση μας να ανακαλύπτουμε τα όρια μας. Φυσικοί σωματικοί δείκτες όπως πόνος, κρύο, ζέστη, μας ειδοποιούν πως δεν μπορούμε πχ να σπάσουμε έναν τοίχο με γροθιά (πονάμε), ούτε να βγούμε με κοντομάνικο μέσα στον χειμώνα (παγώνουμε). Οι συναισθηματικοί δείκτες μας ειδοποιούν για πράξεις που δε μας αρέσουν ή δε μας κάνουν καλό. Οι ενοχές μας προφυλάσσουν από το να βλάψουμε έναν συνάνθρωπο, η ντροπή μας προστατεύει από την υπερβολική μας έκθεση στο κοινωνικό σύνολο. Ο φόβος, η αίσθηση του κινδύνου, μας προστατεύει από το να πηδήξουμε από τον 1ο όροφο γιατί βιαζόμαστε.
Οι διανοητικές μας διεργασίες, όπως η λογική και η συνείδηση, χρησιμοποιούν όλη την ώρα τα δεδομένα που συλλέγουν από το περιβάλλον αλλά και από τον εσωτερικό μας κόσμο και θέτουν διαρκώς νέα όρια ή απορρίπτουν παλιότερα που δε χρειάζονται πια. Καθώς μαθαίνουμε κολύμπι για παράδειγμα, ο φόβος του πνιγμού μειώνεται και απολαμβάνουμε τις βουτιές στη θάλασσα αντί να φοβόμαστε.
Φυσικά, τα όρια μας παραβιάζονται πολύ συχνά από τους άλλους ανθρώπους, είτε για το καλό μας, είτε για το… δικό τους καλό. Μπορεί η μητέρα μας να μας «υπερντύνει» παρά τα παράπονά μας για την ζέστη που μας προκαλεί λιποθυμία. Στην ενήλική μας ζωή μπορεί να μας «υπερντύνει» με διάφορες κοινωνικές φοβίες οι οποίες έχουν σκοπό να μας προστατέψουν από τις κακοτοπιές ασχέτως αν βρισκόμαστε ή όχι σε κακοτόπια: «Πρόσεχε παιδάκι μου εκεί στα εξωτερικά που είσαι, βάζουνε μπόμπες παντού…» Είναι μάταιο να της εξηγήσεις για πολλοστή φορά πως, το χωριό Παντζάνο της επαρχίας της Φλωρεντίας, της Ιταλίας στο οποίο βρίσκεσαι, και μελετάς τ’ αμπέλια για το διδακτορικό σου στην οινολογία, δεν είναι στα τοπ 10 της παγκόσμιας τρομοκρατίας, ούτε καν στα τοπ 200, παρ’ όλ’ αυτά, της το εξηγείς… «Ε… ξέρω ‘γω; Αν δεν είσαι εδώ να σε βλέπω…» Μέχρι εκεί που σε βλέπει είναι το όριο. Μέχρι εκεί είναι καλά να απομακρύνεσαι. Ευτυχώς των περισσότερων από μας οι δείκτες λογικής λειτουργούν μια χαρά (και της μητέρας μας, παρ’ όλες τις ανησυχίες) και καταφέρνουμε να θέσουμε αυτό το όριο εκτός λειτουργίας.
Μία από τις βασικές εκπαιδεύσεις των ανθρώπων είναι η αναγνώριση των ορίων, η υπεράσπισή τους, η άμυνα απέναντι σε εισβολείς. Το πρόβλημά μας (όταν νιώθουμε να μας παραβιάζουν τα όρια και δεν ξέρουμε πως να τα υπερασπίσουμε) είναι ότι, είτε κάναμε κοπάνα από τα μαθήματα ορίων παλιότερα, είτε εσκεμμένα φρόντισαν κάποιοι να μην τα μάθουμε ώστε να μπορούν να τα παραβιάζουν δίχως αντιστάσεις.
Έχει μεγάλη σημασία λοιπόν, από τα συμφραζόμενα να γνωρίζουμε τα όριά μας, να γνωρίζουμε γιατί τα έχουμε και πως τα αλλάζουμε. Αυτό δεν είναι κάτι που μαθαίνουμε απ’ τη μια μέρα στην άλλη. Συχνά παίρνει χρόνο να βρούμε τα σωστά μας όρια και πολλές φορές γίνεται με κόπο και πόνο. Όμως το να θέτουμε τα σωστά όρια για εμάς και να τα τηρούμε με σεβασμό προς τον εαυτό μας, δε βοηθά μόνο εμάς αλλά και τους γύρω μας να βρουν τα δικά τους όρια. Ακόμη κι αυτός που εσκεμμένα καταπατεί τα όρια μας, υποσυνείδητα, σε βαθύτερο επίπεδο, δε μπορεί παρά να νιώσει ανακούφιση όταν τον «βάζουμε στη θέση του» γιατί πολύ απλά, εκεί ανήκει. Εκεί πρέπει να είναι και μόνο από τη δική του θέση μπορεί να νιώσει ικανός κι ελεύθερος, όχι από τη δική μας.