Ο Σίγκουρντ Όλσον, στο βιβλίο του “Το ησυχαστήριο” γράφει:
“Ονόμασα αυτό το μέρος ησυχαστήριο γιατί μόνο όταν έρχεται κανείς εδώ να αφουγκραστεί την ησυχία, μόνο όταν είναι προσεκτικός και ήρεμος, μπορεί να δει και να ακούσει πράγματα. Όλοι έχουν ένα ησυχαστήριο όπου αφουγκράζονται”.
Πού βρίσκεται ο δικός σας τόπος όπου αφουγκράζεστε; Πού είναι το μέρος όπου νιώθετε γαλήνη και αναλογίζεστε το σύμπαν με δέος;
Ο Λάρι Κρίστι, ένας από τους πιο επιτυχημένους και ολοκληρωμένους οικονομικούς προγραμματιστές στις ΗΠΑ, αναχωρεί για το ησυχαστήριό του στις δώδεκα το μεσημέρι κάθε Παρασκευή.
Ακόμα και η διαδρομή των πέντε ωρών μέχρι την ξύλινη καλύβα του στη λίμνη Τετ στη Βόρεια Μινεσότα έχει γίνει μέρος του ησυχαστηρίου του.
Στη διάρκεια της διαδρομής ακούει δίσκους με ποίηση και κλασική λογοτεχνία στο στερεοφωνικό του αυτοκινήτου του. Ο Λάρι λέει για την καλύβα του: “Είναι το πνευματικό μου καταφύγιο όπου κυριαρχεί η καλή ζωή. Η γυναίκα μου η Τζιν κι εγώ το θεωρούμε σπιτικό. Διαβάζουμε, γράφουμε ημερολόγιο, ακούμε κλασική μουσική και κάνουμε μεγάλους περιπάτους με τον σκύλο μας”.
“Πραγματικά μου αρέσει η ζωή μου τώρα στα εβδομήντα”, προσθέτει.
“Αισθάνομαι ότι πέρασα πού χρόνο να σπέρνω. Τώρα θερίζω. Σήμερα η αγάπη και ο τόπος κερδίζουν μεγαλύτερο μέρος της προσοχής μου από ό,τι η δουλειά. Πιέζω λιγότερο τον εαυτό μου. Ξέρω ότι δεν πρόκειται ποτέ να πάρω σύνταξη, αλλά σύντομα θα κατεβάσω ταχύτητα και θα δουλεύω μόνο τρεις μέρες την εβδομάδα, οπότε θα μπορώ να περνάω περισσότερο ήρεμο χρόνο στην καλύβα μου. Αυτό το μέρος πραγματικά ανοίγει την ψυχή μου”.
Ένα από τα μέρη που ηρεμούσε ο Ρίτσαρντ ήταν η ξύλινη καλύβα των εκατό δέκα ετών στην άκρη του εθνικού δρυμού Τσεουαμέγκον, μια περιοχή που εκτείνεται σε ένα εκατομμύριο εκτάρια από δάση, λίμνες και ποτάμια, τα οποία αποτελούν το Μεγάλο Όριο του Βορειοδυτικού Γουισκόνσιν.
Ο Ρίτσαρντ σχολιάζει: “Όταν ήμουν εκεί πάνω, ο ρυθμός μου ήταν απλός και προσεκτικός, όπως ο ρυθμός των εποχών γύρω μου. Δεν είχα τηλέφωνο ούτε ηλεκτρικό ρεύμα. Τα βράδια μου θερμαίνονταν από τις ρομαντικές σκιές του ξύλινου φούρνου και των φανών με κηροζίνη. Επί πολλά χρόνια χρησιμοποιούσα την καλύβα αυτή ως ησυχαστήριο για γράψιμο και αναζωογόνηση.
Τώρα τελευταία νιώθω την ίδια αυτή αίσθηση στο σπίτι μου στον ποταμό Σεν Κρουά. Παρόλο που αυτό διαθέτει περισσότερες ανέσεις, μου παρέχει εξίσου την ευκαιρία να χαλαρώσω σε εκείνον τον πιο αργό ρυθμό. Μπορώ να νιώσω τον ποταμό να με παρασύρει στον ανεπαίσθητο κυματισμό του. Βλέπω το νερό να κυλάει απαλά, ακούω τον άνεμο μέσα από τα δέντρα και την ίδια στιγμή αφουγκράζομαι τον εαυτό μου”.
Σε διαφορετικές στιγμές στη ζωή μας όλοι έχουμε ανάγκη από ένα ησυχαστήριο – ένα μέρος όπου μπορούμε να αδειάσουμε τις αποσκευές μας και να είμαστε ο εαυτός μας – αλλά λίγοι κάνουν κάτι γι’ αυτό. Κάποιος που πράγματι κοντοστάθηκε για να αφουγκραστεί τον ήχο ενός διαφορετικού τυμπανιστή, ήταν ο Χένρι Τορό, ο οποίος εξηγεί τους λόγους που τον ώθησαν να μείνει μόνος του στο δάσος κοντά στη λίμνη Γουόλντεν:
“Πήγα στο δάσος επειδή ήθελα να ζήσω συνειδητά, να αντιμετωπίσω μόνο τα θεμελιώδη δεδομένα της ζωής, και να δω αν μπορούσα να μάθω αυτό που είχε να μου διδάξει, και όχι, όταν θα έφτανε η ώρα μου να πεθάνω, να ανακαλύψω ότι δεν είχα ζήσει ποτέ”.
Απόσπασμα από το βιβλίο των Richard J. Leider & David A. Shapiro “Ξαναφτιάξε τη βαλίτσα σου” από τις εκδόσεις Διόπτρα