Ο πατέρας μου, Σίντνεϋ Μακμάστερ (γεννηθείς το 1893) ήταν παιδί εννεαμελούς οικογένειας, στην οποία ήταν ο τρίτος μικρότερος.
Ο πατέρας του έφυγε όταν τα παιδιά ήταν μικρά και γι’ αυτό ο πατέρας μου αναγκάστηκε να αφήσει το σχολείο σε ηλικία εννέα ετών και να πιάσει δουλειά για να συντηρήσει τη μητέρα και τα δύο μικρότερα αδέλφια του. Τα μεγαλύτερα αδέλφια του είχαν κάνει το ίδιο προτού μεγαλώσουν και φύγουν από το σπίτι.
Ο πατέρας μου έπιασε δουλειά ως κλητήρας, και επίσης μοίραζε προγράμματα στο τσίρκο. Μια μέρα συνάντησε το διευθυντή του σχολείου της περιοχής, ο οποίος προσφέρθηκε να τον βοηθήσει να ξαναρχίσει τα μαθήματα, έτσι μπόρεσε να πάει σε νυχτερινό σχολείο για να ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του.
Τον καιρό που μεγάλωνε ο πατέρας μου, το Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής ήταν γεμάτο ορυχεία. Την παραμονή των Χριστουγέννων, η πόλη ζωντάνευε με το πνεύμα των εορτών.
Όλοι οι άνθρωποι ήταν στους δρόμους, ψωνίζοντας για το χριστουγεννιάτικο ρεβεγιόν και αγοράζοντας δώρα της τελευταίας στιγμής.
Οι καιροί όμως ήταν δύσκολοι για τον πατέρα μου και την οικογένειά του. Ήταν στενοχωρημένος γιατί στο σπίτι του δε θα γιόρταζαν – τα χρήματα δεν ήταν αρκετά.
Καθώς περπατούσε στον κεντρικό δρόμο μέσα στην οχλοβοή, είδε μία κάλτσα δεμένη κόμπο, πεταμένη στον υπόνομο δίπλα στο πεζοδρόμιο. Κάτι τον έκανε να τη σκουντήξει με το πόδι του, και όταν ένιωσε ότι υπήρχε κάτι βαρύ μέσα, έσκυψε και τη μάζεψε. Προς μεγάλη του έκπληξη, η κάλτσα ήταν γεμάτη νομίσματα!
Τρελάθηκε από τη χαρά του! Μέσα σε όλο αυτό τον κόσμο που περπατούσε ολόγυρα, είχε βρει αυτό τον θησαυρό. Η κάλτσα με τα νομίσματα ήταν η απάντηση στις προσευχές του, και βιάστηκε να τρέξει στο κοντινότερο μαγαζί και να αγοράσει μια γαλοπούλα και κάποια πράγματα ακόμα για το εορταστικό δείπνο. Αγόρασε επίσης από ένα μικρό δωράκι για τη μητέρα και τα μικρότερα αδέλφια του.
Εξαιτίας αυτού του χριστουγεννιάτικου θαύματος, η πίστη του πατέρα μου στο Θεό έγινε πολύ ισχυρή. Το θαύμα αυτό τον έκανε να αποφασίσει να βελτιώσει την επαγγελματική του σταδιοδρομία και να εξακολουθήσει τη φοίτηση στο νυχτερινό σχολείο.
Πήρε πτυχία στη Λογιστική και στη Γραμματειακή Υποστήριξη και κάποια στιγμή έγινε γραμματέας του Σερ Άμπι Μπέιλυ, ενός μεγιστάνα της μεταλλευτικής βιομηχανίας.
Εξακολούθησε τις σπουδές του και έγινε διαχειριστής των ακινήτων ενός από τους μεγαλύτερους μεταλλευτικούς οίκους της Νοτίου Αφρικής, της Αγγλο-Αμερικανικής Εταιρείας.
Μέχρι που συνταξιοδοτήθηκε, μετά από υπηρεσία σαρανταπέντε χρόνων, και με την αποφασιστικότητα και τις ισχυρές θρησκευτικές αρχές του, είχε καταφέρει να στείλει και τα έξι παιδιά της οικογενείας μας σε ιδιωτικά Καθολικά σχολεία, τα καλύτερα που υπήρχαν στη Νότιο Αφρική.
Είχε πάντα μεγάλη συμπόνια για τους φτωχούς και για περισσότερα από σαράντα χρόνια ήταν μέλος μιας οργάνωσης που επισκεπτόταν τους φτωχούς και τους αρρώστους και μάζευε τροφή και ρουχισμό.
Κάθε Χριστούγεννα δεν παρέλειπε να μας λέει την ιστορία της κάλτσας και του Θαύματος των Χριστουγέννων που τον άγγιξε τότε!
Απόσπασμα από το βιβλίο της Mary Ellen “Χριστούγεννα γεμάτα από θαύματα” από τις εκδόσεις Κρύων