Ο Μάλκομ Χ. ήταν εγκληματίας. Τότε δεν ήταν ο Μάλκομ Χ – λεγόταν Ντιτρόιτ Ρεντ και ήταν ένας απατεώνας καιροσκόπος που έκανε λίγο από όλα. Έπαιζε στοιχήματα. Πουλούσε ναρκωτικά. Έκανε το νταβατζή.
Στη συνέχεια ανέβηκε κατηγορία και πέρασε στις ένοπλες ληστείες. Είχε τη δική του συμμορία, την οποία διοικούσε με έναν συνδυασμό εκφοβισμού και τόλμης – εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι έδειχνε να μην φοβάται καθόλου το ενδεχόμενο να σκοτωθεί ή να σκοτώσει.
Τελικά τον συνέλαβαν καθώς προσπαθούσε να πουλήσει σε έναν κλεπταποδόχο ένα ακριβό ρολόι που είχε κλέψει. Ήταν οπλισμένος, αλλά προς τιμήν του δεν έκανε καμία κίνηση να χρησιμοποιήσει το όπλο του εναντίον των αστυνομικών που τον είχαν παγιδεύσει. Στο διαμέρισμά του βρήκαν κοσμήματα, γούνες, ένα μικρό οπλοστάσιο και όλα τα εργαλεία που χρησιμοποιούσε για να κάνει διαρρήξεις.
Η ποινή του ήταν δέκα χρόνια φυλάκιση. Ήταν Φεβρουάριος του 1946. Ο Μάλκομ Χ ήταν μόλις 21 ετών.
Ακόμα και αν συνυπολογίσουμε την επαίσχυντη ρατσιστική νοοτροπία και τις νομικές αδικίες του αμερικανικού συστήματος εκείνης της εποχής, δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε ότι ο Μάλκομ Χ ήταν ένοχος. Του άξιζε να πάει φυλακή.
Ποιος ξέρει ποιον άλλον μπορεί να έβλαπτε ή ίσως να σκότωνε, εάν συνέχιζε τη συνεχώς κλιμακούμενη εγκληματική του δράση;
Όταν οι πράξεις σου καταλήγουν σε μια – δίκαιη και επίσημη – μακρά ποινή φυλάκισης, κάτι έχει πάει στραβά. Δεν έχεις απογοητεύσει μόνο τον εαυτό σου, αλλά αντανακλάς και την αποτυχία των βασικών αρχών της κοινωνίας και της ηθικής.
Μια τέτοια περίπτωση ήταν κι αυτή του Μάλκομ Χ. Να τον, λοιπόν, στη φυλακή. Ένας αριθμός. Ένα σώμα που επί σχεδόν μια δεκαετία καθόταν μέσα σε ένα κλουβί.
Ήρθε αντιμέτωπος με αυτό που ο Ρόμπερτ Γκρην – ο οποίος εξήντα χρόνια αργότερα θα έβλεπε τα πολύ δημοφιλή βιβλία του να απαγορεύονται σε πολλές ομοσπονδιακές φυλακές – αποκαλεί το σενάριο του “Ζωντανού ή Νεκρού Χρόνου”.
Πώς θα κυλούσαν αυτά τα επτά χρόνια; Τι θα έκανε ο Μάλκομ με εκείνο το χρόνο;
Σύμφωνα με τον Γκρην, υπάρχουν δύο είδη χρόνου στη ζωή μας: ο νεκρός (χαμένος) χρόνος, κατά τη διάρκεια του οποίου οι άνθρωποι είναι παθητικοί και περιμένουν, και ο ζωντανός (ενεργός) χρόνος, κατά τη διάρκεια του οποίου οι άνθρωποι μαθαίνουν, δραστηριοποιούνται και αξιοποιούν κάθε δευτερόλεπτο. Κάθε λεπτό αποτυχίας, κάθε λεπτό ή κατάσταση που δεν προκαλέσαμε ή δεν ελέγχουμε εμείς, εμπεριέχει αυτή την επιλογή: Ζωντανός χρόνος. Νεκρός χρόνος.
Ποιο από τα δύο επιλέγετε;
Ο Μάλκομ επέλεξε τον ζωντανό χρόνο. Άρχισε να μαθαίνει. Εξερεύνησε τη θρησκεία. Δίδαξε τον εαυτό του να είναι αναγνώστης: πήρε ένα μολύβι και ένα λεξικό από τη βιβλιοθήκη της φυλακής, και δεν το διάβασε απλώς από την αρχή ως το τέλος, αλλά το αντέγραψε χειρόγραφα από το εξώφυλλο έως το οπισθόφυλλο. Όλες αυτές οι λέξεις που δεν ήξερε καν ότι υπάρχουν μεταφέρθηκαν στον εγκέφαλό του.
Όπως είπε αργότερα: ” Από εκείνη τη στιγμή μέχρι την ημέρα που έφυγα από τη φυλακή, κάθε διαθέσιμο λεπτό που είχα, αν δεν διάβαζα στη βιβλιοθήκη, το περνούσα διαβάζοντας στο κελί μου”.
Διάβασε ιστορία, διάβασε κοινωνιολογία, διάβασε για τις θρησκείες, διάβασε τους κλασικούς, διάβασε φιλοσόφους όπως ο Καντ και ο Σπινόζα.
Αργότερα ένας δημοσιογράφος ρώτησε τον Μάλκομ: “Ποια είναι η σχολή στην οποία φοίτησες;” Η απάντησή του ήταν συντομότατη: “Τα βιβλία”.
Η φυλακή ήταν το πανεπιστήμιό του. Ξεπέρασε τον εγκλεισμό του μέσα από τις σελίδες που απορρόφησε.
Οι μήνες περνούσαν χωρίς ο ίδιος να σκέφτεται καν ότι κρατείται παρά η θέλησή του. Όπως είπε: “Ποτέ δεν ήμουν τόσο αληθινά ελεύθερος στη ζωή μου”.
Οι περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν τι έκανε ο Μάλκομ Χ αφού βγήκε από τη φυλακή, αλλά δεν αντιλαμβάνονται ή δεν συνειδητοποιούν με ποιο τρόπο η φυλακή συνέβαλε καθοριστικά στην επιτυχία του.
Το πώς ένα μείγμα αποδοχής, ταπεινότητας και δύναμης έκανε δυνατή τη μεταμόρφωση. Ούτε φυσικά γνωρίζουν πόσο συνηθισμένο είναι κάτι τέτοιο στην ιστορία του κόσμου, πώς δηλαδή πολλές ιστορικές μορφές βρέθηκαν σε φρικτές καταστάσεις (π.χ. καταδίκη σε φυλάκιση, εξορία, σημαντική πτώση στην αγορά ή οικονομική ύφεση, στρατιωτική επίταξη, ακόμα και εγκλεισμός σε στρατόπεδο συγκέντρωσης), αλλά με τη συμπεριφορά και τη στάση τους μετέτρεψαν αυτές τις συνθήκες σε δύναμη που τροφοδότησε τη μετέπειτα σημαντική πορεία τους.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Ryan Holiday ” Το Εγώ είναι ο Εχθρός” από τις εκδόσεις Πεδίο