Ο πόνος που προκαλεί ένας χωρισμός δεν σχετίζεται απαραιτήτως με την ποιότητα της σχέσης. Ως θεραπεύτρια ζευγαριών, η ερώτηση «αφού η σχέση δεν ήταν τόσο υπέροχη, τότε γιατί πονάω τόσο;» είναι κάτι που ακούω συχνά. Το άγχος που προκαλεί ένας χωρισμός είναι το αποτέλεσμα πολλών διαφορετικών παραγόντων που συχνά σχετίζονται με την έννοια του δεσμού (ή προσκόλλησης).
Ο τύπος δεσμού είναι ο τρόπος συσχέτισης ενός ατόμου σε μια σχέση που προέρχεται από τις πρώιμες εμπειρίες του με κάποιον γονέα ή φροντιστή. Αν ο γονέας ήταν δεκτικός και ανταποκρινόταν στις ανάγκες του μωρού, αυτό μεγαλώνοντας θα πιστεύει ότι αξίζει την αγάπη. Τέτοιοι άνθρωποι έχουν μια ασφαλή αίσθηση εαυτού και είναι ικανοί να αποκτούν πρόσβαση στα βαθύτερα συναισθήματα, επειδή νιώθουν ασφαλείς. Για παράδειγμα, νιώθουν ενσυναίσθηση. Μπορούν να εμπιστευθούν και να καταλάβουν την οπτική και τα συναισθήματα του/της συντρόφου τους. Και επειδή καταλαβαίνουν και νοιάζονται για τον άλλο, δένονται βαθιά μαζί του.
Όμως, αν οι πρώιμες σωματικές και συναισθηματικές ανάγκες του ατόμου δεν ικανοποιούνταν συχνά ως μωρό, το άτομο αυτό δεν νιώθει ότι μπορεί να εμπιστευθεί. Χρησιμοποιεί ακραίους μηχανισμούς άμυνας ώστε να προστατεύσει την εύθραυστη αίσθηση εαυτού του. Συχνά είναι απασχολημένο με τις δικές τους ανάγκες εις βάρος των αναγκών του/της συντρόφου.
Επιπλέον, τέτοιοι άνθρωποι ασκούν έλεγχο και κυριαρχία, ώστε να νιώθουν ασφαλείς μέσα στη σχέση. Συχνά, αυτός ο τύπος δεσμού αναφέρεται ως αποφευκτικός ή αγχώδης. Λόγω του ακραίου εγωκεντρισμού, βάζουν τις ανάγκες τους πρώτες και δένονται επιφανειακά μόνο.
Ασχέτως του τύπου δεσμού, ένας χωρισμός σηματοδοτεί το τέλος, τη λήξη ενός δεσμού. Όταν δύο άνθρωποι προσπαθούν να έρθουν κοντά, μοιράζονται στοιχεία για το ποιοι είναι. Όταν και οι δύο γνωρίζουν τι είναι σημαντικό για τον άλλο και ικανοποιούν αυτές τις ανάγκες και επιθυμίες, αρχίζει να χτίζεται και να εδραιώνεται ένας δεσμός. Αυτό το ασφαλές πεδίο δημιουργεί μια βαθιά σχέση. Όταν αυτή κλονίζεται από τον χωρισμό, υπάρχει απώλεια συναισθημάτων, που κάνει το άτομο να νιώθει ευάλωτο, απομονωμένο, μπερδεμένο και στεναχωρημένο. Δεν είναι μόνο η απώλεια του συντρόφου αυτή που πονά, αλλά είναι επίσης και η έλλειψη ενός μέρους της ταυτότητάς του που έχει δημιουργηθεί μέσω αυτής της σχέσης. Αυτή η εμπειρία ξυπνά έντονο συναισθηματικό πόνο.
Ένα δεύτερο είδος πόνου εμφανίζεται όταν ο τύπος δεσμού είναι επιφανειακός για το άτομο, αλλά βαθύς για το άλλο. Ουσιαστικά, το άτομο με τον αποφευκτικό ή αγχώδη τύπο δεσμού υποκρίνεται ότι γνωρίζει, νοιάζεται και επιβεβαιώνει τον άλλο ώστε να τον χειριστεί και να πάρει την «ασφάλεια» που τόσο ποθεί, αλλά στην πραγματικότητα δεν νοιάζεται.
Σε αυτή την κατάσταση, το άτομο που δεσμεύεται επιφανειακά μπορεί να αφήσει τη σχέση ευκολότερα. Όμως, το άτομο που δένεται βαθιά, νιώθει και την απώλεια βαθιά. Αυτός ο πόνος συχνά επιδεινώνεται όταν αντιλαμβάνεται ότι ο σύντροφός του δεν νιώθει σημαντική αυτή την απώλεια και μπορεί να προχωρήσει χωρίς δυσκολία. Το συναίσθημα της εγκατάλειψης σε αυτό το σενάριο μπορεί να προκαλέσει έντονο συναισθηματικό πόνο.
Επιπλέον, αν ένα άτομο είχε έναν γονέα ο οποίος και εκείνος επεδείκνυε έναν επιφανειακό τύπο δεσμού, η εμπειρία αυτή του θυμίζει τον πόνο και την απόρριψη που έχει ζήσει και ξύνει τις παιδικές πληγές του. Αυτά είναι τα πιο «καταστρεπτικά» από όλα τα συναισθήματα μετά από έναν χωρισμό.
Μια επιπλέον διαφορά που αφορά σε αυτή τη δυναμική συμβαίνει όταν το άτομο που συνδέεται επιφανειακά συμπεριφέρεται στο/στη σύντροφό του κτητικά. Επειδή αυτό το άτομο σχετίζεται επιφανειακά, συμπεριφέρεται στον άλλο σαν αντικείμενο. Σε αυτή την περίπτωση, μετά από καιρό κακής μεταχείρισης, το άτομο δεν αντέχει και αποφασίζει να λήξει τη σχέση. Έτσι, τώρα είναι το άτομο που έχει συνδεθεί επιφανειακά που νιώθει επίσης έντονα συναισθήματα, κυρίως θυμό και οργή. Επίσης, οι ενοχές είναι ένα δύσκολα διαχειρίσιμο συναίσθημα.
Η ένταση της απώλειας και του πόνου που προκαλεί ένας χωρισμός ερμηνεύεται αν ένα άτομο τον σκεφτεί σε συνάρτηση με τον τύπο δεσμού. Μία πληγωμένη σχέση επηρεάζει σοβαρά την αίσθηση εαυτού ενός ατόμου, προκαλεί συναισθήματα εγκατάλειψης, τα οποία συχνά ενεργοποιούνται μέσω και των παιδικών αναμνήσεων και του παρελθόντος. Επίσης, ο χωρισμός μπορεί να κοστίσει και την απώλεια άλλων σχέσεων (με φίλους ή την οικογένεια του πρώην συντρόφου). Πρόκειται για δύσκολες αλλαγές που όμως μπορούν να ξεπεραστούν.
Erin Leonard, ψυχοθεραπεύτρια