Γιατί είναι καλύτερο να αποφεύγουμε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μετά από μια αποτυχία

Γιατί είναι καλύτερο να αποφεύγουμε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μετά από μια αποτυχία

Όταν η Μαίρη απέτυχε στις εξετάσεις δικαστικών λειτουργών, ήταν συντετριμμένη. Προσπαθώντας να καθυστερήσει την ανακοίνωση των άσχημων νέων σε φίλους και οικογένεια, έκανε αυτό που κάνουμε κι εμείς συχνά για να περάσουμε το χρόνο: πήρε το κινητό της και άρχισε να χαζεύει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Ήλπιζε εκεί να βρει κάποια από τα ενθαρρυντικά μηνύματα που πολλές φορές δημοσίευαν οι φίλοι της για να φτιάξει η διάθεσή της. Αλλά όσο περισσότερο χάζευε στο Facebook και στο Instagram, τόσο περισσότερο επιδεινωνόταν η διάθεσή της. Και μετά συνέβη αυτό που τείνει να συμβαίνει στους περισσότερους από εμάς: άρχισε να νιώθει άσχημα με το γεγονός ότι ένιωθε άσχημα.

Το ερώτημα είναι, γιατί βλέποντας αυτές τις δημοσιεύσεις, πολλές από τις οποίες υποστηρικτικές και ενθαρρυντικές στη φύση τους, η Μαίρη τελικά ένιωθε χειρότερα για την αποτυχία της; Δεν θα έπρεπε κανονικά να την κάνουν να νιώθει αισιοδοξία και ελπίδα;

Μια έρευνα που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό Emotion μελέτησε την επίδραση της «κουλτούρας της χαράς» στην αντίδραση που έχουμε απέναντι σε αποτυχίες. Στο πρώτο από τα δύο πειράματα, τρεις ομάδες συμμετεχόντων συμπλήρωσαν μια άσκηση αναγραμματισμού (έπρεπε να διαλέξουν μέσα από διάσπαρτα γράμματα για να δημιουργήσουν λέξεις). Στις δύο από τις τρεις ομάδες, ήταν αδύνατο να λύσουν την άσκηση, οδηγώντας τους συμμετέχοντες σε αποτυχία.

Στην πρώτη ομάδα αποτυχίας, τα υποκείμενα βρίσκονταν σε μια αίθουσα «χαράς», γεμάτη ενθαρρυντικά μηνύματα, αφίσες, βιβλία και χαρούμενα σημειώματα. Στη δεύτερη ομάδα αποτυχίας, τα υποκείμενα βρίσκονταν σε ένα ουδέτερο περιβάλλον. Η τρίτη ομάδα μπορούσε να ολοκληρώσει την άσκηση και βρισκόταν σε μια αίθουσα «χαράς».

Ύστερα, αξιολογήθηκε η ψυχολογία και συμπεριφορά τους. Τα υποκείμενα που είχαν αποτύχει και κάθονταν στην αίθουσα «χαράς» σκέφτονταν πολύ πιο αρνητικά την αποτυχία τους σε σύγκριση με τα υποκείμενα που βρίσκονταν σε ουδέτερο κλίμα. Οι συμμετέχοντες επίσης που απέτυχαν στην αίθουσα «χαράς» βίωναν εντονότερα αρνητικά συναισθήματα ως αποτέλεσμα της υπερανάλυσής τους.

Στο δεύτερο μέρος της έρευνας, οι ειδικοί συμπέραναν ότι όσο περισσότερο οι άνθρωποι πίστευαν ότι η κουλτούρα αναμένει από αυτούς να μην βιώσουν αρνητικά συναισθήματα, σε τόσο χειρότερη κατάσταση βρισκόταν η συναισθηματική τους ευεξία και ήταν πιθανότερο να υπεραναλύουν τις αρνητικές εμπειρίες της ζωής τους.

Οι ερευνητές συμπέραναν πως όσο μεγαλύτερη σημασία δίνει μια κουλτούρα στη χαρά και την ευτυχία, τόσο περισσότερη είναι και η κοινωνική πίεση να μην βιώνουμε αρνητικά συναισθήματα. Ως εκ τούτου, δεν τα επεξεργαζόμαστε και νιώθουμε ενοχικά γι’ αυτό που νιώθουμε και γενικά για την αποτυχία.

Πώς να εφαρμόσουμε αυτά τα ευρήματα

Η επούλωση των συναισθηματικών πληγών της αποτυχίας αποτελεί μια διαδικασία δύο βημάτων. Στην πρώτη, χρειάζεται να δίνουμε πάντα στον εαυτό μας χώρο και χρόνο να βιώσει αρνητικά συναισθήματα, ειδικά μετά από μια αποτυχία.

Εντούτοις, καθώς ο στόχος μας είναι να επανέλθουμε συναισθηματικά, χρειάζεται να οριοθετήσουμε το χρόνο που επιτρέπουμε στον εαυτό μας να νιώθει άσχημα, ώστε να μπορέσουμε να ξεκινήσουμε τη συναισθηματική ανάκαμψη.

Όταν τα αρνητικά μας συναισθήματα δεν επικυρώνονται από άλλους, ή όταν, όπως η Μαίρη και οι συμμετέχοντες στην έρευνα, βλέπουμε γύρω μας μηνύματα που υπονοούν ότι είναι λάθος να έχουμε αρνητικά συναισθήματα, είναι πιθανό να νιώθουμε και ενοχές που νιώθουμε άσχημα για την αποτυχία μας.

Γι’ αυτό χρειάζεται να επιτρέψουμε στον εαυτό μας το χρόνο να νιώσει άσχημα, να επικυρώσει τα συναισθήματα αυτά ώστε να μπορεί να αναρρώσει συναισθηματικά νωρίτερα και αποτελεσματικότερα.

https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/28714701

Guy Winch, ψυχολόγος

Ενδιαφέροντα σεμινάρια και μαθήματα